Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

τομή

(α) διαίρεση που γίνεται σ' έναν τόπο ή περιοχή ήχου. Αριστόξ. (Αρμ. Ι, 48, 9): "ο του λιχανού τόπος εις άπειρους τέμνεται τομάς" (ο τόπος [η περιοχή] της $λιχανού*λιχανός| μπορεί να χωριστεί σε άπειρες διαιρέσεις). (β) στη στιχουργική, τομή (caesura). Πρβ. Αριστείδης Περί μουσ. 51-52 Mb, R.P.W.-I. 47.

, (α) διαίρεση που γίνεται σ' έναν τόπο ή περιοχή ήχου. Αριστόξ. (Αρμ. Ι, 48, 9): "ο του λιχανού τόπος εις άπειρους τέμνεται τομάς" (ο τόπος [η περιοχή] της λιχανού μπορεί να χωριστεί σε άπειρες διαιρέσεις).
(β) στη στιχουργική, τομή (caesura). Πρβ. Αριστείδης Περί μουσ. 51-52 Mb, R.P.W.-I. 47.





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: