χορδή γενικά, το έντερο· χορδή από έντερο, που τεντωμένη παράγει, ήχο. Επομένως, χορδή μουσικού οργάνου. Με αυτή τη σημασία απαντά στον Ομηρικό Ύμνο στον Ερμή (στ. 51): "επτά δε σύμφωνους οΐων ετανύσσατο χορδάς" (και τέντωσε επτά ταιριαστές [σύμφωνες] χορδές από έντερα προβάτου). Επίσης στην Οδύσσεια (φ 406-407): "ως ότ' ανήρ φόρμιγγος επιστάμενος και αοιδής ρηϊδέως ετάνυσσε νέω περί κόλλοπι χορδήν" (όπως όταν ένας πολύ επιδέξιος στη $λύρα* και στο τραγούδι εύκολα τεντώνει τη χορδή γύρω σ' ένα $κόλλοπα*κόλλαβος| [στριφτάρι]· μτφρ. Α. Τ. Murray). Ησύχ.: "χορδή· νευρά κιθάρας" (νευρα=χορδή, βλ. πιο κάτω). Με αυτή τη σημασία την αναφέρει, επίσης, ο $Πολυδεύκης* (IV, 62) στα μέρη των οργάνων.
Οι χορδές κατασκευάζονταν από έντερο ή τένοντα προβάτου ή κατσικιού: "χορδαίς οπταίς εριφείοις" (ψημένες χορδές από κατσίκια· $Φερεκράτης*, Πέρσαι: Kock CAF Ι, 182, απόσπ. 130). Ο $Πλάτων* ονομάζει τον αυλό πολυχορδότατο (που παράγει πολλές νότες). Αργότερα, η λέξη χρησιμοποιήθηκε και στην περίπτωση των φωνητικών χορδών (φωνητικαί χορδαί). Η λέξη νευρά χρησιμοποιούνταν συχνά για τη χορδή.
Ο κατασκευαστής χορδών λεγόταν χορδοποιός. Εκείνος που έστριβε τις χορδές (για να τις κουρδίσει) ονομαζόταν χορδοστρόφος· ήταν ακόμα και χορδοποιός και χορδιστής. , γενικά, το έντερο· χορδή από έντερο, που τεντωμένη παράγει, ήχο. Επομένως, χορδή μουσικού οργάνου. Με αυτή τη σημασία απαντά στον Ομηρικό Ύμνο στον Ερμή (στ. 51): "επτά δε σύμφωνους οΐων ετανύσσατο χορδάς" (και τέντωσε επτά ταιριαστές [σύμφωνες] χορδές από έντερα προβάτου). Επίσης στην Οδύσσεια (φ 406-407): "ως ότ' ανήρ φόρμιγγος επιστάμενος και αοιδής ρηϊδέως ετάνυσσε νέω περί κόλλοπι χορδήν" (όπως όταν ένας πολύ επιδέξιος στη λύρα και στο τραγούδι εύκολα τεντώνει τη χορδή γύρω σ' ένα κόλλοπα [στριφτάρι]· μτφρ. Α. Τ. Murray). Ησύχ.: "χορδή· νευρά κιθάρας" (νευρα=χορδή, βλ. πιο κάτω). Με αυτή τη σημασία την αναφέρει, επίσης, ο Πολυδεύκης (IV, 62) στα μέρη των οργάνων. Οι χορδές κατασκευάζονταν από έντερο ή τένοντα προβάτου ή κατσικιού: "χορδαίς οπταίς εριφείοις" (ψημένες χορδές από κατσίκια· Φερεκράτης, Πέρσαι: Kock CAF Ι, 182, απόσπ. 130). Ο Πλάτων ονομάζει τον αυλό πολυχορδότατο (που παράγει πολλές νότες). Αργότερα, η λέξη χρησιμοποιήθηκε και στην περίπτωση των φωνητικών χορδών (φωνητικαί χορδαί). Η λέξη νευρά χρησιμοποιούνταν συχνά για τη χορδή. Ο κατασκευαστής χορδών λεγόταν χορδοποιός. Εκείνος που έστριβε τις χορδές (για να τις κουρδίσει) ονομαζόταν χορδοστρόφος· ήταν ακόμα και χορδοποιός και χορδιστής.
|
|