Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

χώρα

τόπος, χώρος. Στη μουσική, η θέση σε μια κλίμακα· η θέση [ή, όπως συνήθως έλεγαν, ο τόπος], όπου βρισκόταν μία νότα. Αριστόξ. (Αρμον. ΙΙΙ, 70, 20 Mb): "χώραι φθόγγων" (θέσεις των φθόγγων). Βλ. λ. $τόπος*.

, τόπος, χώρος. Στη μουσική, η θέση σε μια κλίμακα· η θέση [ή, όπως συνήθως έλεγαν, ο τόπος], όπου βρισκόταν μία νότα. Αριστόξ. (Αρμον. ΙΙΙ, 70, 20 Mb): "χώραι φθόγγων" (θέσεις των φθόγγων).

Βλ. λ. τόπος.





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: