ψαλμός θέση σε παλμική δόνηση μιας χορδής (εγχόρδου οργάνου) απευθείας με τα δάχτυλα· επίσης, ψαλμός λεγόταν και ο ήχος που παραγόταν με αυτό τον τρόπο.
Σε κατοπινά χρόνια, ένα τραγούδι (τραγούδισμα) με συνοδεία εγχόρδου οργάνου.
ψαλμωδία· τραγούδισμα με συνοδεία κιθάρας.
, θέση σε παλμική δόνηση μιας χορδής (εγχόρδου οργάνου) απευθείας με τα δάχτυλα· επίσης, ψαλμός λεγόταν και ο ήχος που παραγόταν με αυτό τον τρόπο. Σε κατοπινά χρόνια, ένα τραγούδι (τραγούδισμα) με συνοδεία εγχόρδου οργάνου.
ψαλμωδία· τραγούδισμα με συνοδεία κιθάρας.
|
|