άσιγμος χωρίς το γράμμα σίγμα. άσιγμος ωδή, $ωδή* στην οποία αποφευγόταν το γράμμα σίγμα για μουσικούς και αισθητικούς λόγους. Αθήν. (Ι', 455C): "Λάσου του Ερμιονέως την άσιγμον ωδήν".
Βλ. λ. $Λάσος ο Ερμιονεύς*Λάσος|. , χωρίς το γράμμα σίγμα. άσιγμος ωδή, ωδή στην οποία αποφευγόταν το γράμμα σίγμα για μουσικούς και αισθητικούς λόγους. Αθήν. (Ι', 455C): "Λάσου του Ερμιονέως την άσιγμον ωδήν".
Βλ. λ. Λάσος ο Ερμιονεύς.
|
|