ανάκαρα μεμβρανόφωνα-ιδιόφωνα μουσικά όργανα αρχαίας εποχής (τυμπάνια συνήθως από χαλκό που παίζονται σε ζεύγος, αποτελώντας τους μακρινούς προγόνους των τυμπάνων της σύγχρονης συμφωνικής ορχ.). Συνδέονται ετυμολογικά προς το αραβικό nakur:"σάλπιγγα του αρχάγγελου Σεραφείμ", το τουρκικό nakkare:"είδος τυμπάνου"και το ιταλικό nacchera:"καστανιέτα"(αλλά και σήμερα η λέξη naqqara στα περσικά, αραβικά και κουρδικά προσδιορίζει ένα μικρό τύμπανο από χαλκό, ενώ στη Δύση ήδη από το 1310 λέγονταν στη Γαλλία nacaires). Οι "ανακαράδες"ή "νιάκαρα"της βυζαντινής και μεταβυζαντινής εποχής παίζονταν σχεδόν πάντα σε ζεύγος. Τα ακουμπούσαν είτε στο έδαφος είτε σε άλογο (δεξιά και αριστερά του καβαλάρη-τυμπανιστή) είτε τα κρεμούσαν από τον ώμο του τυμπανιστή. Ο Κωδινός αναφέρει ότι "][ετοιμασθέντος ο@υν κα`ι καβαλλικεύσαντος το~υ βασιλέως, ο]ι [ανακαριστα`ι κρούουσι τ`α [ανάκαρα...". Επίσης συναντώνται και σε ζωγραφικές απεικονίσεις, όπως σε τοιχογραφίες των Μονών Κουτλουμουσίου και Γρηγορίου (`Αγιο Όρος). Στον "Ερωτόκριτο"τα βρίσκουμε ως "νιάκαρες", όπως λέγονται και σήμερα στην Κρήτη και τα Επτάνησα, ενώ στην `Ηπειρο με τον όρο "(α)νακαράδες"χαρακτηρίζονται όλα εν γένει τα μουσικά όργανα:"μ`ε τ' {αργανα βραχνά-βραχνά, μ`ε το`υς [ανακαράδες" (το τελευταίο αυτό απόσπασμα έγινε αιτία μιας σημαντικής παρερμηνείας, όταν ο Π. Αραβαντινός συνδέοντας το "βραχνά-βραχνά"όχι με τη λέξη "άργανα":"όργανα", αλλά με τη λέξη "ανακαράδες"συμπέρανε λανθασμένα ότι αυτοί είναι πνευστά όργανα και έγραψε <Ανακαράδες, τα μουσικά όργανα τα δια του φυσήματος λειτουργούντα>· ένα λάθος που αναπαράχθηκε δυστυχώς σε πολλά μεταγενέστερα βιβλία. Την παρεξήγηση μάλιστα επέτεινε το ότι στη Ζάκυνθο ονομάζουν τη μεν πίπιζα "νιάκαρο", τη δε ζυγιά "ταμπουρλονιάκαρα"...). ,
|
|