Βάθυλλος (1ος αι. π.Χ./1ος αι. μ.Χ.)· περίφημος μίμος από την Αλεξάνδρεια (γνωστός ως ο Αλεξανδρεύς).
Εισήγαγε, μαζί με τον $Πυλάδη*Πυλάδης|, την παντομιμική τέχνη στο ρωμαϊκό θέατρο κατά το 23/22 π.Χ. Έγραψε ένα βιβλίο Περί ορχήσεως, όπου εξετάζει την ιταλική όρχηση ως μείγμα του κόρδακα, της εμμέλειας και της σικίννιδας (βλ. τα λ. $κόρδαξ*, $εμμέλεια* και $σίκιννις*)· πρβ. Αθήν. A', 20D, 37.
Στην αρχή συνεργάστηκε με τον Πυλάδη, αλλά αργότερα οι διαφορές μεταξύ τους αυξήθηκαν σε τέτοιο βαθμό, που δημιουργούνταν στο θέατρο σοβαρές ταραχές ανάμεσα στους οπαδούς τους· αυτή η κατάσταση οδήγησε στην εξορία του Πυλάδη από τον αυτοκράτορα Αύγουστο (17 μ.Χ.). Η τέχνη του Βάθυλλου, σε σύγκριση με την τέχνη του Πυλάδη, ήταν πιο χαρωπή και εύθυμη, πιο κοντά στον κόρδακα· όπως λέει ο Πλούταρχος (Συμποσιακά VII, Προβλ. 8, 3): "δέχομαι την Βαθύλλειον [όρχησιν] του κόρδακος απτομένην" (προτιμώ την τέχνη [όρχηση] του Βάθυλλου, γιατί πλησιάζει τον κόρδακα). Η όρχηση του Πυλάδη περιγραφόταν (Πλούτ. ό.π.) με αυτά τα λόγια: "αποπέμπω την πυλάδειον ογκώδη και παθητικήν και πολύκοπον ούσαν" (απορρίπτω την πυλάδεια [όρχηση], γιατί είναι πομπώδης, παθητική και κουραστική [θρηνώδης, κλαψιάρικη]). , (1ος αι. π.Χ./1ος αι. μ.Χ.)· περίφημος μίμος από την Αλεξάνδρεια (γνωστός ως ο Αλεξανδρεύς). Εισήγαγε, μαζί με τον Πυλάδη, την παντομιμική τέχνη στο ρωμαϊκό θέατρο κατά το 23/22 π.Χ. Έγραψε ένα βιβλίο Περί ορχήσεως, όπου εξετάζει την ιταλική όρχηση ως μείγμα του κόρδακα, της εμμέλειας και της σικίννιδας (βλ. τα λ. κόρδαξ, εμμέλεια και σίκιννις)· πρβ. Αθήν. A', 20D, 37. Στην αρχή συνεργάστηκε με τον Πυλάδη, αλλά αργότερα οι διαφορές μεταξύ τους αυξήθηκαν σε τέτοιο βαθμό, που δημιουργούνταν στο θέατρο σοβαρές ταραχές ανάμεσα στους οπαδούς τους· αυτή η κατάσταση οδήγησε στην εξορία του Πυλάδη από τον αυτοκράτορα Αύγουστο (17 μ.Χ.). Η τέχνη του Βάθυλλου, σε σύγκριση με την τέχνη του Πυλάδη, ήταν πιο χαρωπή και εύθυμη, πιο κοντά στον κόρδακα· όπως λέει ο Πλούταρχος (Συμποσιακά VII, Προβλ. 8, 3): "δέχομαι την Βαθύλλειον [όρχησιν] του κόρδακος απτομένην" (προτιμώ την τέχνη [όρχηση] του Βάθυλλου, γιατί πλησιάζει τον κόρδακα). Η όρχηση του Πυλάδη περιγραφόταν (Πλούτ. ό.π.) με αυτά τα λόγια: "αποπέμπω την πυλάδειον ογκώδη και παθητικήν και πολύκοπον ούσαν" (απορρίπτω την πυλάδεια [όρχηση], γιατί είναι πομπώδης, παθητική και κουραστική [θρηνώδης, κλαψιάρικη]).
|
|