αντιχόρια (αντιχώρια) έτσι ονομάζονταν στο αρχαίο ελληνικό δράμα τα ψαλλόμενα ("[αντ?αδόμενα") από τα ημιχόρια του Χορού, όταν αυτός χωριζόταν στα δύο ("διχoρία"). Ο Πολυδεύκης (ΙV, 107) μας παραδίδει :"Κα`ι ]ημιχόριον δ`ε κα`ι διχορία κα`ι [αντιχόρια, {εοικε δ`ε τα[υτ`ον ε@ιναι τα[υτ`ι τ`α τρία [ονόματα , ]οπόταν γ`αρ ]ο χορ`ος ε[ις δύο μέρη τιμηθ~?η, τ`ο μ`εν πρ~αγμα καλε~ιται διχορία, [εκάτερα δ`ε ]η μο~ιρα ]ημιχόριον, α δ' [αντ?άδούσιν [αντιχόρια". Για παράδειγμα, στην "Ιφιγένεια εν Ταύροις"(624-637) το ένα ημιχόριο θρηνεί τον Ορέστη (που πρόκειται να πεθάνει), ενώ το άλλο μακαρίζει τον Πυλάδη (που πρόκειται να ζήσει). ,
|
|