Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

βαλανέων

$ωδή*· τραγούδι αυτών που υπηρετούσαν στο λουτρώνα· βαλανεύς λεγόταν ο ιδιοκτήτης ή ο υπηρέτης του λουτρώνα, που βοηθούσε (κόβοντας την κόμη, τα νύχια κτλ.) αυτούς που λούζονταν· κ. λουτράρης. Πρβλ. Αθήν. ΙΔ', 619Α, 10.

, ωδή· τραγούδι αυτών που υπηρετούσαν στο λουτρώνα· βαλανεύς λεγόταν ο ιδιοκτήτης ή ο υπηρέτης του λουτρώνα, που βοηθούσε (κόβοντας την κόμη, τα νύχια κτλ.) αυτούς που λούζονταν· κ. λουτράρης. Πρβλ. Αθήν. ΙΔ', 619Α, 10.





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: