Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

Αποστόλου Ιωάννης

(Αθήνα 1860 - Νεάπολη 1905):διαπρεπής τενόρος παγκόσμιου διαμετρήματος. Διετέλεσε αρχικά μέλος του ανακτορικού Χορού (από το 1871), όπου πήρε και τα πρώτα μαθήματα από τον Αλ. Κατακουζηνό. Επίσης, φοίτησε για λίγο στο Ωδείο Αθηνών. Κατόπιν υπηρέτησε ως υπάλληλος στο Ειρηνοδικείο Aθηνών και στο Εθνικό Τυπογραφείο, διατηρώντας πάντα ψηλά τη σημαία του φανατικού κανταδόρου. Προσλήφθηκε στο "Α' Ελλ. Μελόδραμα" (1888) και τραγούδησε τον Γιώργη στον "Υποψήφιο βουλευτή"του Ξύνδα, προκαλώντας τον ενθουσιασμό του κοινού με την "αφθάστου γλυκύτητος"φωνή του. Κατόπιν συνεργάστηκε μέ το "Β' Ελλ. Μελόδραμα"στην Ελλάδα και στις περιοδείες του στο εξωτερικό (Αίγυπτο, Σμύρνη, Τεργέστη, Μασσαλία, Οδησσό, κ.λπ.). Μετά τη διάλυση του θιάσου πήγε στο Μιλάνο (1890), όπου ο διάσημος δάσκαλος Φελίτσε Πότζο (Pozzo ή Pozzi) ανέλαβε τη μουσική μόρφωσή του και σε λίγο τον παρουσίασε στο ιταλικό κοινό ως Ντον Αλβάρο ("Δύναμη του Πεπρωμένου") στο  θέατρο `Ασκολι Πιτσένο ή στο "Λα Φενίτσε"της Βενετίας (1890). Τραγούδησε κατόπιν με επιτυχία σε πολλά και σπουδαία ιταλικά θέατρα (στο "Μερκαντάντε"της Νεάπολης, στη Σκάλα του Μιλάνου, κ.λπ.) δίπλα στους διασημότερους καλλιτέχνες της εποχής του (Αντελίνα Πάττι, Φρανθίσκο Βίνιας, Βικτόρ Μωρέλ, Ματτίας Μπατιστίνι, κ.λπ.) κερδίζοντας την πλήρη αναγνώριση ακόμα και μέσα στα άντρα των "αντιπάλων"του (λ.χ. όταν στο "Σαν Κάρλο"της Νεάπολης αντικατέστησε το 1894 τον περίφημο Ταμάνιο στους "Μεδίκους"του Λεονκαβάλλο, τραγούδησε τόσο καλά, ώστε ανάγκασε όλους εκείνους--με πρώτο και καλύτερο τον ίδιο τον Ταμάνιο--που πήγαν στο θέατρο για να τον αποδοκιμάσουν, να τον αποθεώσουν). Τραγούδησε επίσης και σε αρκετά Θέατρα εκτός Ιταλίας (επανειλημμένα στο Μοντε Κάρλο, στην Οδησσό, στην `Οπερα του Παρισιού, κ.λπ.). Φημίζόταν τόσο για τη γοητεία της "ηδυλάλου"φωνής του όσο και για την ηθοποιία του. Επίσης, εντύπωση προκαλούσε η καθαρότητα της άρθρωσής του. Ο εκλεκτός συνάδελφος και φίλος του Κωστής Νικολάου γράφει επ' αυτού ότι "`Ητο ο μόνος αοιδός εις την Ιταλίαν, τον οποίον ήκουον οι Ιταλοί χωρίς την βοήθειαν του λιμπρέτου". Στους λυρικούς ρόλους ("Βέρθερος", "Λόεγκριν", "Φάουστ", κ.λπ.) εθεωρείτο μοναδικός (ο "θείος Αποστόλου"--"Il Divo Apostolu", όπως τον αποκαλούσαν στην Ιταλία) και ως έμπρακτη αναγνώριση αυτού του γεγονότος παρασημοφορήθηκε από τον Ουμπέρτο τον Α'. `Ομως οι Αθηναίοι δεν πρόφτασαν (πιθανόν) να τον απολαύσουν  στην ακμαιότητα των φωνητικών του προσόντων. Όταν ήρθε για λίγο στην Αθήνα (1901) είχε ήδη εμφανίσει τις εκδηλώσεις της ασθένειας που θα τον οδηγούσε τόσο πρόωρα στον τάφο κι έτσι στις παραστάσεις που πήρε μέρος ("Καβαλλερία Ρουστικάνα", "Κάρμεν") τραγούδησε με τα "υπολείμματα της σαγηνευτικής του φωνής". Έτσι υποστηρίζει ο Λαυράγκας μάλλον αναξιόπιστα, γιατί την ίδια εποχή ο "Γιάγκος"Αποστόλου παρέμεινε περιζήτητος στην Ιταλία και ώς τον Δεκέμβριο του 1904 εξακολούθησε να δίνει λαμπρές παραστάσεις συμμετέχοντας σε διανομές "πρώτης σειράς". Να σημειωθεί επίσης ότι τότε ερμήνευσε στο Μιλάνο τον Αντρέα στην "πρεμιέρα"της όπερας του Σπ. Σαμάρα "Ιστορία `Ερωτος"(17.11.1903). Πέθανε στη Νεάπολη από καρδιακό νόσημα (28.8.1905). "Καίτοι [εκέρδισε σημαντικ``α ποσ`α κατ`α τ`ην βραχείαν καλλιτεχνικ`ην του σταδιοδρομίαν, δ`εν {αφηκεν ουδεμίαν περιουσίαν, τ`α τελευτα~ια μάλιστα {ετη τ~ης ζω~ης του δι~ηλθεν ο[υχ`ι [εν ε[υμαρεί?α"(συνεχίζει "ιοβόλος"  ο Λαυράγκας...). Όπως κι αν είχαν τα πράγματα σχετικά με την τελευταία περίοδο της ζωής του διαπρεπούς τενόρου, το βέβαιο είναι ότι σ' ολη τη διάρκεια της μεγαλειώδους καριέρας του η μεγάλη δόξα δεν επηρέασε ούτε την έμφυτη μετριοφροσύνη ούτε την σε πολλές περιπτώσεις αποδειγμένη ελληνικότητά του.

,





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: