Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

βάσις

(από το ρ. βαίνω, βαδίζω)· ένα ρυθμικό "βήμα", το πρώτο ρυθμικό βήμα, ο πρώτος (ο κάτω) χρόνος. Ο όρος αυτός χρησιμοποιούνταν στους αρχαίους χρόνους και αντικαταστάθηκε αργότερα από τον όρο $θέσις* και από τον αριστοξένειο όρο ο πρώτος $χρόνος* ή το κάτω. Βλ. λ. $άρσις-θέσις*.

, (από το ρ. βαίνω, βαδίζω)· ένα ρυθμικό "βήμα", το πρώτο ρυθμικό βήμα, ο πρώτος (ο κάτω) χρόνος. Ο όρος αυτός χρησιμοποιούνταν στους αρχαίους χρόνους και αντικαταστάθηκε αργότερα από τον όρο θέσις και από τον αριστοξένειο όρο ο πρώτος χρόνος ή το κάτω. Βλ. λ. άρσις-θέσις.





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: