άρσις έτσι ονομαζόταν από τους αρχαίους `Ελληνες μετρικούς το "ασθενέστερο"από τα δύο μέρη κάθε μετρικού ποδός (δηλαδή, το με ασθενέστερη δύναμη απαγγελόμενο). Τόσο ο Πλάτων όσο και ο Αριστόξενος το ονομάζουν "άνω χρόνο". Το άλλο μέρος (το περισσότερο τονιζόμενο) ονομαζόταν θέσις. Μαζί και τα δύο μέρη του μετρικού ποδός ονομάζονταν από τον Αριστόξενο "χρόνος ποδικός"ή "χρόνος ποδός", στη δε Ορχηστική (από την οποία άλλωστε προέρχεται ο όρος "πους") τα πράγματα είχαν ως εξής:κατά τις άρσεις οι χορευτές "μετεώριζαν"το πόδι, ενώ κατά τις θέσεις, το πατούσαν στη γη. Σήμερα (παρά τη συσκότιση που επέφεραν οι Λατίνοι αντιστρέφοντας τους μετρικούς όρους) τα πράγματα έχουν αποκατασταθεί σύμφωνα με την αρχαία ελληνική τους σημασία. `Ετσι με τον όρο άρση (ιταλικά:levare) εννοούμε στη μουσική "το ασθενές μέτρο του μέτρου"και με τον όρο θέση (ιταλικά:battere), "το ισχυρό". (Βλ. θέσις, ημιχρόνιον καθώς και χρονικοί χαρακτήρες). ,
|
|