αυλωδία χορικό άσμα συνοδευόμενο από αυλό. Η αυλωδία προηγήθηκε της αυλητικής και πρωτοεμφανίστηκε στη λατρεία του Απόλλωνα συνδυασμένη με το υπόρχημα (που χορευόταν ενώ οι ίδιοι οι χορευτές τραγουδούσαν με συνοδεία αυλού). `Ηταν δηλαδή η αυλωδία σύνθετη καλλιτεχνική δημιουργία με χορό, ποίηση και μουσική (ενόργανη και φωνητική). Εφευρέτης της (Ηρακλείδης Ποντικός) θεωρήθηκε ο Τεγεάτης Κλο(ω)νάς, ο οποίος μετά τον Τέρπανδρο μορφοποίησε τον αυλωδικό νόμο και συνέθεσε άσματα τελετών και πομπών (τα λεγόμενα προσόδια). Περίφημος επίσης αυλωδός αναφέρεται ο Κολοφώνιος Πολύμναστος. Αυλωδική μορφή ήταν και η ελεγεία. Πρώτος νικητής σε αυλωδία στα Πύθια αναδείχτηκε ο Αρκάς Εχέμβροτος, όμως στη 2η Πυθιάδα κατάργησαν την αυλωδία, γιατί το άκουσμά της ήταν πολύ μελαγχολικό (Παυσανίας Ι, 7,6):"κα``ι α[υλ?ωδίαν τότε κατέλυσαν, καταγνόντες ο[υκ ε@ιναι τ`ο {ακουσμα ε{υφημον, ]η γ`αρ μελ?ωδία μέλη τε @ην α[υλ~ων τ``α σκυθρωπότατα κα`ι [ελεγε~ια (κα`ι θρ~ηνοι προσαδόμενα το~ις α[υλο~ις)". ,
|
|