Β' Ήχος"κλίμακα"της βυζ. μουσικής. Ο λύδιος των αρχαίων Ελλήνων, που πέρασε στην αραβοτουρκική μουσική με την ονομασία "χουζάμ". Είναι ένας από του κύριους και οξείς Ήχους. Ως βάση έχει τον φθόγγο Δι και ως δεσπόζοντες φθόγγους τους Βου, Δι, Ζω. Οι εντελείς και τελικές καταλήξεις του γίνονται στον Δι, ενώ οι ατελείς στον Βου. Έχει επίσης τις ακόλουθες ιδιορρυθμίες (Διον. Π. Ηλιόπουλος):"Όταν το μέλος περιστρέφεται περί τον φθόγγο Δι, έλκει τον Γα πλησίον του. Ο φθόγγος Ζω είναι πάντοτε φυσικός. Κατερχόμενη η μελωδία στο βαρύ τετράχορδο, εκτελείται με δύο τρόπους:α) Διατονικά, όταν κατεβαίνει η μελωδία μέχρι τον Πα, οπότε ο Πα είναι φυσικός και β) Χρωματικά, όταν κατεβαίνει η μελωδία μέχρι τον Νη, ο Πα εκτελείται με ύφεση". Το ήθος του Β' Ήχου διασώζει χαρακτήρα "[εμψυχο~υντα κα`ι κεντ~ωντα, {ετι δ`ε κα`ι λυπο~υντα κα`ι πάθος [ενστάζοντα τα`~ις ψυχα`~ις" (Χρύσανθος Προύσης). Επειδή φαίνεται ότι αυτή η κλίμακα ("λυδιστί") καλλιεργούσε την τρυφηλότητα και την "αν-ανδρία", ο Πλάτων την ονομάζει "συμποτικήν"και "ανειμένην"και την αποκλείει από την αγωγή των νέων. Όμως η "Οκτώηχος"του Δαμασκηνού έχει άλλη γνώμη:
"Κ{αν δευτέραν ε{ιληφας [εν τάξει θέσιν,
[αλλ' ]ηδον`η πρώτη σοι τ~?ω μελι]ρ]ρύτ?ω.
Τ`ο σ`ον μελιχρ`ον, κα`ι γλυκύτατον μέλος
[οστ~α πιαίνει, καρδίας τ' [ενηδύνει.
Σειρ~ηνες @@?ηδον δευτέρου πάντως μέλη.
Ουτω πρ?άως σοι ]ρε~ι μελισταγ`ες μέλος". (βλ.Ήχος).
,