Βαφτιστικός, Ο η θρυλική 3πρακτη οπερέτα του Θεοφ. Σακελλαρίδη, που γράφτηκε μέσα σε 40 μέρες και που με την πάροδο του χρόνου αναδείχτηκε ως η δημοφιλέστερη ελληνική οπερέτα, με εκατοντάδες παραστάσεις ώς τις μέρες μας. Πρόκειται για μεταφορά από τον συνθέτη (και προσαρμογή στην τότε ελλ. "πολεμική"επικαιρότητα) της γαλλικής φάρσας των Ενεκέν, Βεμπέρ, και Ντε Γκορς "Ο Βαφτιστικός της κυρίας"(που ανέβηκε το 1917 από τους Κυβέλη, Βεάκη κ.ά.). Η υπόθεση (που "εκμεταλλεύεται"το έθιμο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου να παίρνουν εκλεκτές αστές "υπό την προστασία τους"ως "βαφτιστικούς"φτωχούς στρατιώτες και να αλληλογραφούν τακτικά μαζί τους ενισχύοντας τα κίνητρα ανδραγαθίας...), έχει περιληπτικά ως εξής:"Είμαστε στην Αθήνα του 1918. Ο κ. Ζαχαρούλης είναι "κουραμπιές". Δηλαδή έχει μείνει στα μετόπισθεν σε καιρό πολέμου (φυγόστρατος). Γι' αυτό τσακώνεται με τη γυναίκα του Βιβίκα, που έχει τον "βαφτιστικό"της Μάριο Κορτάση (τον οποίο δεν γνωρίζει) να πολεμάει στην πρώτη γραμμή του μετώπου κι αυτό την κάνει περήφανη. Ξαφνικά φτάνει ένας φαντάρος με εμφανή τα ίχνη της κακουχίας. Είναι ο Μάριος Κορτάσης! Η "νονά"του ενθουσιάζεται, σε αντίθεση με τον Ζαχαρούλη. Τον περιποιούνται και του προσφέρουν την αμεταχείριστη στολή του Ζαχαρούλη. Όμως ο "βαφτιστικός"συναντιέται τυχαία με τον αρχιτέκτονα Μαρτή (φίλο του ζεύγους) κι έτσι μαθαίνουμε ότι δεν είναι ο πραγματικός Κορτάσης (με τον οποίο αλληλογραφούσε η "νονά"Βιβίκα), αλλά ο αρχιτέκτονας Χαρμίδης. Ο πραγματικός Κορτάσης είναι αγράμματος κι έτσι στα γράμματα της Βιβίκας απαντούσε για λογαριασμό του ο Χαρμίδης, που κάποια στιγμή σκέφτηκε να το εκμεταλλευτεί (παίρνοντας μαζί του τα χαρτιά του Κορτάση). Στο μεταξύ, η γυναίκα του ψευτοβαφτιστικού Χαρμίδη, η Κική, έρχεται από το Αίγιο για να συναντήσει την παλιά της συμμαθήτρια Βιβίκα (που έχει θείο έναν ισχυρό Συνταγματάρχη) και να ζητήσει μια άδεια για τον άντρα της που βρίσκεται στο μέτωπο. Η Βιβίκα τη φιλοξενεί στο σπίτι της. Στην εξέλιξη, ο Χαρμίδης εξομολογείται τον έρωτά του στη Βιβίκα και, βρίσκοντας ανταπόκριση, τη φιλάει. Τη στιγμή εκείνη μπαίνει ο Συνταγματάρχης θείος της (που δεν έτυχε να γνωριστεί με τον άντρα της) και τους πιάνει "στα πράσα". Η Βιβίκα, για να καλυφθεί, παρουσιάζει στο θείο της τον μεν Χαρμίδη ως άντρα της, τον δε πραγματικό της σύζυγο Ζαχαρούλη (που έρχεται σε λίγο) για "βαφτιστικό"της. Μπαίνει μια ορχήστρα τσιγγάνων και διασκεδάζει τους προσκεκλημένους. Σε σειρά επεισοδίων:η Κική εκδηλώνει τη συμπάθειά της στον Συνταγματάρχη, η Βιβίκα και ο Χαρμίδης χαίρονται τον έρωτά τους κι ενώ ξανάρχεται η ορχήστρα των τσιγγάνων για να πληρωθεί, ο Συνταγματάρχης φέρνει μέσα να συστήσει στην Κική τον υποτιθέμενο άντρα της Βιβίκας Χαρμίδη. Οι δύο γυναίκες πέφτουν (για ευνόητους λόγους) λιπόθυμες, όπως λιπόθυμος πέφτει κι ο Ζαχαρούλης όταν ο Συνταγματάρχης του ανακοινώνει ότι θα τον πάρει μαζί του στο μέτωπο. Μέσα στο "χάος"φτάνει και ο πραγματικός "βαφτιστικός"Κορτάσης, που ο Χαρμίδης προλαβαίνει να τον συστήσει ως μάγειρα του λόχου. Οι συνδυασμοί των παρεξηγήσεων πολλαπλασιάζονται και οι σπαρταριστές σκηνές διαδέχονται η μία την άλλη, ώσπου ο Συνταγματάρχης (ως ιδανική "μάνα του λόχου") βάζει τον κάθε κατεργάρη "στον πάγκο του"και το έργο τελειώνει με όλο το θίασο επί σκηνής να τραγουδάει το χαρούμενο εμβατήριο του `Ελληνα μαχητή". Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στο θέατρο Παπαϊωάννου στις 18.7.1918 (π.η.). "Πρώτοι διδάξαντες"ήταν οι:Ι. Παπαϊωάννου (Ζαχαρούλης), Μελπ. Κολυβά (Βιβίκα), Ουμ. Μπεντιβόλιο (Χαρμίδης), Αφρ. Λαουτάρη (Κική), Σ. Μηλιάδης (Συνταγματάρχης), Γ. Σαραντίδης (Κοπάσης), Χ. Κολυβάς (Μαρτής) καθώς και οι Χρ. Κρομμύδας (Μίμης), Κ. Λυμπεροπούλου (Μια Κυρία), Κ. Μαρκόπουλος (Ράφτης), Μ. Δημητρακοπούλου (Μαγείρισσα), Μ. Κρομμύδα, Ρίτα Δημητρακοπούλου, Γκιζέλα Ρένερ, Σπ. Δημητρακόπουλος (Μέλη της ορχήστρας των τσιγγάνων). Το 1968 γιορτάσθηκαν τα 50 χρόνια από την πρώτη παρουσίαση του "Βαφτιστικού". Παράλληλα οργανώθηκε `Εκθεση αναμνηστικών αντικειμένων του Θ. Σακελλαρίδη (και διάφορες ομιλίες του ιστορικού του θεάτρου Γιάννη Σιδέρη). "Ο Βαφτιστικός"έχει μεταφερθεί και στον κινηματογράφο (με σενάριο-σκηνοθεσία Μαρίας Πλυτά-Χατζηνάκου και χορογραφίες Τατιάνας Μαμάκη-Βαρούτη). ,
|
|