Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

βιολί δημοτικής μουσικής

έγχορδο όργανο, όπως το κανονικό βιολί, αλλά συχνά με διαφορετικό αριθμό χορδών και με διαφορετικό χόρδισμα. Με την πάροδο των ετών διαδόθηκε παντού, αντικαταστώντας παλιότερα εγχώρια όργανα. `Ετσι, "ο βασιλιάς των οργάνων"βρήκε τη δεσπόζουσα θέση του και στη λαϊκή ελλ. μουσική, ώστε στην έκφραση "Πάμε στα βιολιά", να συμποσούνται όλα τα όργανα του εκάστοτε λαϊκού Συγκροτήματος (ακόμα κι όταν σ' αυτά δεν περιλαμβάνεται βιολί...) και να υπονοείται ταυτόχρονα το γλέντι κι ο χορός. Κατά τόπους και κατά καιρούς (από τα μέσα του 16ου αι.) πήρε πολλές και διάφορες ονομασίες, όπως:"βιολάριν", διολί , "διουλί", "ντιουλί", "βιελί", "βιολούδιν", "βκιολί", "βκιολίν", "βγιαλί", "βγελούνι", "ιβγιλί", "αβγιολί", κ.ο.κ. `Ομως, επειδή είναι αρκετά δύσκολο κι "αχάριστο"όργανο, το βλέπουμε σιγά-σιγά να εκλείπει, υποκύπτοντας οσημέραι στις "ευκολίες"και τους "συρμούς"της "πρετ-α-πορτέ"Εποχής μας: 

ρμο βιολί μ' αράχνιασες στον τοίχο κρεμασμένο

κι οι κόρδες σου έχουν σπάσει.

Για αναθυμήσου έναν καιρό, παλιό κι ονειρεμένο,

μπροστά στο χοροστάσι.

Λεβέντες αναφτέρωνες σ' ανάερους χορούς με το γλυκό σου το σκοπό.

Κι αγάπες εκρυφόδενες, εθέρμαινες καημούς στ' απάρθενο χωριό"(Στ. Γρανίτσας).

,





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: