Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

Βλαχόπουλος Μιχαήλ

(Αθήνα, 1873-1956):διακεκριμένος βαθύφωνος, ιδρυτικό στέλεχος και περιστασιακός χρηματοδότης του "Ελληνικού Μελοδράματος". Σπάνια προσωπικότητα, που αξίζει να μείνει στο Πάνθεο του `Εθνους και για το υψηλό καλλιτεχνικό και κοινωνικό ήθος που επέδειξε σ' όλη τη διάρκεια της ζωής του. Κάτοχος ωραίας φωνής, έψαλλε από μικρός (υπό τον Κανάκη) στον εκκλ. χορό της Αγίας Ειρήνης (ως αγόρι σοπράνο) και αργότερα στη χορωδία του Ανακτορικού Παρεκκλησίου (ως βαθύφωνος), σπουδάζοντας ταυτόχρονα ζωγραφική-χαρακτική στο Πολυτεχνείο (με τον Ν. Λύτρα). Το 1892 προσλήφθηκε στη χορωδία της Φιλαρμονικής Εταιρείας (υπό τον Σπάθη). `Εκανε το πρώτο του ταξίδι με τη χορωδία το 1895 στην Αλεξάνδρεια.`Οταν επέστρεψε, παρουσιάστηκε στον διευθ. του Ανακτορικού Χορού Θεόδωρο Φέρμπο (που τον προσέλαβε αμέσως). Εκεί γνωρίστηκε με τον τενόρο Χ. Χατζηλουκά και τον μαέστρο Σπινέλλι. Οι 3 τους πρωτοσυζήτησαν την τολμηρή ιδέα να ιδρύσουν Ελληνικό Μελόδραμα. Στην ιδέα τους προσηλύτησαν τον βαρύτονο Βακαρέλη, τον βαρύτονο Κυπαρίσση και τον βαθύφωνο Απ. Φλωριανό. `Αρχισαν τότε να συναντιούνται τακτικά στο σπίτι του Σπινέλλι και, παρά την ολοσχερή έλλειψη τραγουδιστριών, αποφάσισαν να παρουσιάσουν τη "Μποέμ"του Πουτσίνι(!!). Στις πρόβες τους βοηθούσε κάποια Γαλλίδα με μέτρια φωνή, η μαντάμ Ολιγιόν (που τραγουδούσε και τη Μιμί και τη Μουζέτα...). Την εποχή αυτή έφθασε από την Ιταλία ο Λαυράγκας, που άκουσε το Συγκρότημα και ανέλαβε αμέσως τη διεύθυνσή του. Αρχικά κλήθηκαν δύο Ιταλίδες τραγουδίστριες η Μόντι και η Ταντολίνι, ώσπου αργότερα παρουσιάστηκαν η Ελένη Θεοδωρίδου (Βλαχοπούλου) με την αδελφή της και ακολούθησαν, η Ρουσσάκη, η Κυπαρίσση, η Κοκκίνη, κ.ά. (βλ. "Γ΄Ελληνικό Μελόδραμα"). `Ετσι ο Βλαχόπουλος δεν είναι μόνο από τους ιδρυτές του "Μελοδράματος", αλλά και από τους πρώτους που διανοήθηκαν ότι μπορεί να δημιουργηθεί κάτι τέτοιο... Γι' αυτό άλλωστε πούλησε οικόπεδό του στο Παλιό Φάληρο (για να αγοραστεί "βεστιάριο"...), γι' αυτό και απέρριπτε επανειλημμένα τις δελεαστικές προτάσεις που του γίνονταν κατά καιρούς από το εξωτερικό. Το 1922 συνέπραξε με τον ιταλικό θίασο Ντελέρι (σε "Ερνάνη"), όταν ο βαθύφωνος του θιάσου τσακώθηκε και αποχώρησε. Τότε ήταν τόση η επιτυχία του, ώστε, όταν τραγούδησε την περίφημη άρια του Δον Σίλβα, θίασος και ορχ. συναγωνίζονταν σε ενθουσιασμό και χειροκροτήματα το κοινό... Ο Ντελέρι τον έπεισε να τον ακολουθήσει στη Σμύρνη, όμως μετά τις πρώτες παραστάσεις συνέβη η Μικρασιατική Καταστροφή και μόλις που κατάφερε ο Βλαχόπουλος να επιστρέψει σώος στην Αθήνα... Μεγάλες επιτυχίες της καριέρας του υπήρξαν:ο "Μεφιστοφελής", ο "Δον Σίλβα", ο "Καρδινάλιος Βρονύ", ο "Ντον Μπάρτολο", ο "Αλόιζε", ο "Ντάλαντ"(στον "Ιπτάμενο Ολλανδό"του 1921), κ.λπ. Συμμετείχε επίσης στις πρώτες εκτελέσεις σημαντικών έργων του ελληνικού ρεπερτορίου:στη "Διδώ"(1909, φιλοτέχνησε μάλιστα τα σκηνικά και τα κουστούμια), στην "Περουζέ"(1911), στον "Πρωτομάστορα"(1915) και στο "Δαχτυλίδι της μάνας"(1917).  Παντρεύτηκε την Ελένη Θεοδωρίδου (διάσημη δραματική σοπράνο) το 1907 στην Αθήνα. Απέκτησαν 4 παιδιά, από τα οποία η μικρότερη, η Ζωή Βλαχοπούλου-Χατζηιωάννου έγινε αργότερα διάσημη σοπράνο. Όσο ζούσε, η σύζυγός του τον βοηθούσε στην εκμάθηση των ρόλων γιατί η μουσική του κατάρτιση ήταν πενιχρή. Παρ' όλα αυτά, ο Μ. Βλαχόπουλος στάθηκε περίπου 50 χρόνια στη σκηνή και τραγούδησε όλο το μελοδραματικό ρεπερτόριο με την ευσυνειδησία του ιδιοφυούς αυτοδίδακτου. Σε κάθε ρόλο επεφύλασσε ξεχωριστή ερμηνεία και θαυμαζόταν ιδιαίτερα για τη διαφοροποιησή του στους χαρακτήρες που ερμήνευε. Σ΄αυτό τον βοηθούσε και το μακιγιάζ που χρησιμοποιούσε, στο οποίο (ως ζωγράφος) ήταν "εξπέρ". Έτσι ήταν έξοχος τόσο ως "Μεφιστοφελής"όσο και ως "Ντον Μπάρτολο", δηλαδή σε δυο ρόλους διαμετρικά αντίθετους. Ταυτόχρονα έδινε μεγάλο βάρος στην άρθρωση, γι' αυτό και ονομάστηκε "δάσκαλος της ορθοφωνίας". Πέρασε όλες τις αγωνίες και τους θριάμβους του Μελοδράματος με το κεφάλι ψηλά, αξιοπρεπής και "εκτός συναγωνισμού". Το 1947 γιόρτασε στα "Ολύμπια"την 50ετηρίδα του. Τότε η ΕΛΣ, αντί άλλου αντίδωρου, απλά και μόνο έδωσε την απαιτούμενη άδεια στους καλλιτέχνες που είχαν προσφερθεί να τραγουδήσουν "Κουρέα της Σεβίλλης"προς τιμήν του... Εκείνοι που τον γνώριζαν, γράφουν ότι ζούσε με την πεποίθηση πως προσέφερε ό,τι πολυτιμότερο είχε –τη ζωή του ολόκληρη–για το Ελλ. Μελόδραμα και τη μουσική εξέλιξη του τόπου. Επίσης, ο Αντ. Χατζηαποστόλου αναφέρει το εξής περιστατικό:"όταν ήλθε τον Ιούλιον του 1949 στας Αθήνας ο Νίκος Μοσχονάς, ο Βλαχόπουλος πήγε στο ξενοδοχείο του να τον χαιρετίση και αντί άλλου δώρου, του προσέφερε ένα μεγάλο ανθισμένο θυμάρι, που το είχε μόνος του ξερριζώσει από τον λοφίσκο του Κοκκιναρά, γιατί –όπως είπε ο ίδιος ο Βλαχόπουλος–"είχε 10 χρόνια να αισθανθεί ο Νίκος τέτοια μυρωδιά"(!). Πέθανε από εμπύρετο κώμα και ενταφιάστηκε στον οικογενειακό τάφο (Ζηρίνειο Νεκροταφείο Κηφισιάς). Τέλος, αρκετές άριες τραγούδισμένες από αυτόν ("Ερνάνης", "Μποέμ", "Φαβορίτα", "Υπνοβάτις") όπως και τραγούδια (των Καρρέρ, Σπινέλλη, Ροδίου, Λαυράγκα και Λαμπελέτ) σώζονται (Γ. Λεωτσάκος) στα αρχεία της Ακαδημίας Αθηνών, σε σειρά σπανιότατων ηχογραφήσεών (του 1920;).

,





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: