εκατερίς εκατερίδες· είδος ζωηρού πηδηχτού χορού, κατά τον οποίο οι χορευτές πηδούσαν και χτυπούσαν τα οπίσθια (τα ισχία) εναλλακτικά με τις φτέρνες (ή με τα χέρια), "εκατέραις ταις πτέρναις".
Πολυδ. (IV, 102): "εκατερίδες δε και θερμαστρίδες, έντονα ορχήματα· το μεν χειρών κινούν, η δε $θερμαστρίς* πηδητικόν" (εκατερίδες και θερμαστρίδες ζωηροί χοροί· στον πρώτο κινούν τα χέρια, ενώ στη θερμαστρίδα πηδούν)· βλ. επίσης Αθήν. ΙΔ', 630Α, 27. Ο $Ησύχιος* εξηγεί το ρ. εκατερώ: "εκατερείν το προς τα ισχία πηδαν εκατέραις ταις πτέρναις" (εκατερείν, πηδώ πάνω προς τα ισχία [τα οπίσθια] με την κάθε φτέρνα χωριστά). , εκατερίδες· είδος ζωηρού πηδηχτού χορού, κατά τον οποίο οι χορευτές πηδούσαν και χτυπούσαν τα οπίσθια (τα ισχία) εναλλακτικά με τις φτέρνες (ή με τα χέρια), "εκατέραις ταις πτέρναις". Πολυδ. (IV, 102): "εκατερίδες δε και θερμαστρίδες, έντονα ορχήματα· το μεν χειρών κινούν, η δε θερμαστρίς πηδητικόν" (εκατερίδες και θερμαστρίδες ζωηροί χοροί· στον πρώτο κινούν τα χέρια, ενώ στη θερμαστρίδα πηδούν)· βλ. επίσης Αθήν. ΙΔ', 630Α, 27. Ο Ησύχιος εξηγεί το ρ. εκατερώ: "εκατερείν το προς τα ισχία πηδαν εκατέραις ταις πτέρναις" (εκατερείν, πηδώ πάνω προς τα ισχία [τα οπίσθια] με την κάθε φτέρνα χωριστά).
|
|