εκβολή όρος που σήμαινε το ανέβασμα (την ανύψωση) μιας νότας κατά πέντε $διέσεις*δίεσις| (5/4 του τόνου). Ο $Αριστείδης* (Ι, 28) το καθορίζει σαφώς: "εκβολή δε, πέντε διέσεων επίτασις" (εκβολή είναι η ανύψωση [μιας νότας] κατά πέντε διέσεις). Ο $Βακχείος ο Γέρων* (Εισαγ. 42) το διατυπώνει με τον ακόλουθο τρόπο: "όταν από τινος φθόγγου αρμονίας επιταθώσι πέντε διέσεις, οίον από EU επί UZ" ([εκβολή είναι] όταν από μια νότα του εναρμόνιου γένους ανεβαίνουμε κατά πέντε διέσεις, όπως λ.χ. από το mi1/4 μέχρι sol).
Βλ. λ. $εναρμόνιον* γένος.
Κατά τον Πλούταρχο (Περί μουσ. 1141Β, 29) ο $Πολύμνηστος* ήταν ο πρώτος που καθιέρωσε στην πράξη την εκβολή και την έκλυση (βλ. λ. $έκλυσις*). , όρος που σήμαινε το ανέβασμα (την ανύψωση) μιας νότας κατά πέντε διέσεις (5/4 του τόνου). Ο Αριστείδης (Ι, 28) το καθορίζει σαφώς: "εκβολή δε, πέντε διέσεων επίτασις" (εκβολή είναι η ανύψωση [μιας νότας] κατά πέντε διέσεις). Ο Βακχείος ο Γέρων (Εισαγ. 42) το διατυπώνει με τον ακόλουθο τρόπο: "όταν από τινος φθόγγου αρμονίας επιταθώσι πέντε διέσεις, οίον από EU επί UZ" ([εκβολή είναι] όταν από μια νότα του εναρμόνιου γένους ανεβαίνουμε κατά πέντε διέσεις, όπως λ.χ. από το mi1/4 μέχρι sol).
Βλ. λ. εναρμόνιον γένος.
Κατά τον Πλούταρχο (Περί μουσ. 1141Β, 29) ο Πολύμνηστος ήταν ο πρώτος που καθιέρωσε στην πράξη την εκβολή και την έκλυση (βλ. λ. έκλυσις).
|
|