έκχορδος χωρίς χορδές. Από το ρ. εκχορδούμαι, βγάζω εξω (ή βγαίνω έξω από) τίς χορδές (LSJ)· εκπέμπω από τις φωνητικές χορδές (Δημ.). Σώπατρος: "ούτε του Σιδωνίου νάβλα λαρυγγόφωνος εκκεχόρδωται τύπος" (ούτε ο λαρυγγόφωνος χτύπος [ήχος] του Σιδώνιου $νάβλα*νάβλας| δε βγήκε από τις χορδές). Βλ, G. Kaibel Comic. Gr.Fr. 195, απόσπ. 16· και Αθήν. Δ', 175C, 77.
Στον Kaibel (σ. 195) σημειώνεται: "chordis exutus est", "έκχορδος πε ποίηται". , χωρίς χορδές. Από το ρ. εκχορδούμαι, βγάζω εξω (ή βγαίνω έξω από) τίς χορδές (LSJ)· εκπέμπω από τις φωνητικές χορδές (Δημ.). Σώπατρος: "ούτε του Σιδωνίου νάβλα λαρυγγόφωνος εκκεχόρδωται τύπος" (ούτε ο λαρυγγόφωνος χτύπος [ήχος] του Σιδώνιου νάβλα δε βγήκε από τις χορδές). Βλ, G. Kaibel Comic. Gr.Fr. 195, απόσπ. 16· και Αθήν. Δ', 175C, 77. Στον Kaibel (σ. 195) σημειώνεται: "chordis exutus est", "έκχορδος πε ποίηται".
|
|