Γούναρης Νίκος (Ζαγορά, 1915 - Αθήνα 5.5.1965):ο μέγιστος των "τροβαδούρων"της μεταπολεμικής ελαφράς ελλ. μουσικής δεν ήταν μόνο λαμπρός τραγουδιστής, αλλά και αξιόλογος συνθέτης τραγουδιών. Στο διάστημα της ακμής του (1944-1964) τραγούδησε (με την κιθάρα του στα χέρια) εκατοντάδες τραγούδια, ενθουσιάζοντας τόσο τους συμπατριώτες του στο εσωτερικό όσο και την απανταχού Ομογένεια. Αρχικά αναφέρεται ως "γέννημα-θρέμμα"της Ζαγοράς Πηλίου. Γύρω στο 1930 πήγαινε συχνά στο Βόλο με τον πατέρα του (που έπαιζε μαντολίνο) και τραγουδούσαν ντουέτο (Δημ. Κότταλης). Μετά, τον συναντάμε ως βαρκάρη στο λιμάνι της Κέρκυρας. Εκεί τον άκουσε ο Αλ. Ζαμάνος (που ήταν επαγγελματίας κιθαρίστας) και τον πήρε μαζί του στη Λευκάδα. `Ετσι, ο Γούναρης άρχισε την καλλιτεχνική του καριέρα από την πλατεία της Λευκάδας, τραγουδώντας στο τότε ζαχαροπλαστείο Δελέζα (1936). Παράλληλα μετείχε στη Μαντολινάτα του "Ομίλου Φιλοπρόοδων Νέων", παίζοντας μαντολίνο. Λίγο πριν τον Πόλεμο πήγε στην Αθήνα και άρχισε να εμφανίζεται σε Kέντρα, ενώ τότε κυκλοφόρησε και τον πρώτο του δίσκο "`Ηθελα νά 'μουνα Αδάμ". Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 πρωτοπήγε στις ΗΠΑ και εμφανίστηκε σε διάφορα διάσημα Κέντρα και Θέατρα, μεταξύ των οποίων και στο Κάρνεγκυ Χωλ. Από τότε πηγαινοερχόταν στην Αμερική, κεντώντας "ένθεν και εντεύθεν"του ωκεανού τον αξέχαστο θρύλο του. Tραγούδησε με μεγάλη επιτυχία στου "Καλαμπόκα". Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι, από μικρός είχε την ατυχία να μείνει ανάπηρος (όταν ένα κάρο πάτησε και έλειωσε τα δάχτυλα του ποδιού του). Το 1946 υποβλήθηκε στην πρώτη ορθοπεδική εγχείριση και η κατάσταση βελτιώθηκε μεν, αλλά δεν αποκαταστάθηκε και τον ταλαιπωρούσε συνεχώς (ώσπου το 1965 φαίνεται ότι –και λόγω ζάχαρου–εξελίχθηκε σε γάγγραινα...). Από τα δεκάδες δημοφιλή τραγούδια που έγραψε (τα περισσότερα εμπνευσμένα από παθιασμένο έρωτα προς τη γυναίκα του Βαλεντίνη Χαραλαμπίδου) σταχυολογούμε τα κυριότερα:"Σουσουράδα", "Αυτός ο άλλος", "Ποιος σε πήρε και μού 'φυγες", "Και τί δε θα 'δινα να σε 'κανα δική μου", "Όμορφη Αθήνα", "Σε είδα να κλαδεύεις", "Πες μου πώς θα μπορέσω να σε ξεχάσω", "Εσύ με κάνεις και γράφω τραγούδια", "Ούτε γι' αστείο μην το λες, ούτε γι' αστείο", "Όσο σ' αγαπώ δεν μ' αγαπάς", "Σκαλί καλέ μου σκαλί", "Μη σε τρομάζουν τα γκρίζα μαλλιά μου", "?νοιξη", "Για τις γυναίκες ζούμε", "Αχ αυτά τα μάτια σου", "Κο-κο-κό!", "Το τραγούδι της Αθήνας"(1948), "Τώρα που σε γνώρισα", "Mη μου παραπονιέσαι", "Όταν γελάς", "Μα γιατί νά 'ναι όνειρο", «Γύρνα πάλι αγάπη μου», «Ρίνα, ρίνα, Κατερίνα, όμορφή μου καρδερίνα», "Ο κόσμος άλλαξε", "Τρία χρόνια περάσανε", "Ας ήταν λίγο να μ' αγαπούσες", "Πώς περνούν τα χρόνια, πώς περνούν", «Aλλάχ» (ή «Το κλάμα του μουεζίνη»), «Τρίζει, τρίζει ο αργαλειός σου», «Ο καπετάνιος», "`Ενα βράδυ πού 'βρεχε", "Ο γανωτζής", "Εγώ σε φίλησα για πρώτη φορά", "Καληνύχτα αγαπούλα μου γλυκειά", "Πειραία μου, Πειραία μου", "`Ενα σπιτάκι ονειρεύομαι να χτίσω", "Για την απονιά σου", "Θυμήσου κάποτε πόσο αγαπιόμαστε", "Μού 'πες πως μ' αγαπάς κι ήτανε ψέμμα", "Το γιασεμί στο στήθος σου", "Στάλα-Στάλα", "Το παλιό το ταβερνάκι", "Γλυκά μου μάτια", "Πού νά 'σαι τώρα αγαπημένη", "Θά 'θελα", "`Αγιε μου Γιώργη Λυκαβηττέ μου", κ.λπ. Ο Κώστας Μυλωνάς μας πληροφορεί ότι ο Γούναρης έγραψε κι ένα "πολιτικό"τραγούδι με τίτλο "Το Χαϊδάρι"(στιχοι Κ. Κοφινιώτη), που όμως, λόγω Ραδιοφωνικής λογοκρισίας, δεν μεταδόθηκε ποτέ και έτσι δεν έγινε γνωστό. Επίσης, ο Ηλίας Βολιότης-Καπετανάκης γράφει ότι ο Γούναρης (με το ψευδώνυμο Νίκος Κουρνάζος) έγραφε και λαϊκά τραγούδια, όπως «Μπρος στον Αγιο Σπυρίδωνα» και «Φίνα τά ‘χεις καταφέρει». Τέλος ο Λευτέρης Καβούκης αναφέρει ότι το τελευταίο τραγούδι του Γούναρη, που δεν πρόλαβε να γυριστεί σε δίσκο, είχε τίτλο "Τρέχουνε τα σύννεφα". Σε αναγνώριση εξαίρετων καλλιτεχνικών υπηρεσιών, οι `Ελληνες της Αμερικής έστησαν στην Αθήνα την προτομή του έξω από τον `Αγιο Γεώργιο (στη Λεωφόρο Κηφισίας, στο ύψος του Παραδείσου Αμαρουσίου). Μετά το θάνατό του έχουν κυκλοφορήσει πλήθος LP δίσκοι και "άλμπουμ"με τη φωνή και τα τραγούδια του. ,
|
|