Δαχτυλίδι της μάνας, Το 3πρακτο μουσικό δράμα του Μανώλη Καλομοίρη. Βασίζεται στο ομώνυμο ονειρόδραμα του Γιάννη Καμπύση, διασκευασμένο σε λιμπρέτο από τον συνθέτη (στίχοι "Αγνή Ορφικού":Γ. Στεφοπούλου). Το έργο δημιουργήθηκε μεταξύ των ετών 1915-1917 και πρωτοπαρουσιάστηκε τον Δεκέμβριο του 1917 στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών από τον μουσικό θίασο Έλλης Αφεντάκη, με μουσική διεύθυνση του συνθέτη και σκηνοθεσία Σπ. Τριχά. Τραγούδησαν:το ζεύγος Βλαχοπούλου, η Ειρ. Βασιλάκη, ο Αγγελόπουλος, ο Πανταζόπουλος, ο ?μποτ και ο Μωραΐτης. `Εκτοτε σημείωσε επανειλημμένες εκτελέσεις στην Αθήνα, τη Θεσ/νίκη, την Αλεξάνδρεια, το Πόρτ-Σάιντ, το Βερολίνο (Φεβρουάριος 1940), κ.λπ. Ας αφήσουμε όμως τον ίδιο τον συνθέτη να μας διηγηθεί (σε κείμενο του 1937) όλα τα σχετικά με τη δημιουργία του "μουσικού θρύλου"του (που από πολλούς θεωρείται ως η αντιπροσωπευτικότερη "ελληνική"όπερα):"...Με τον Ταγκόπουλο μίλησα και για τον Καμπύση, που αποσπάσματα από τα έργα του είχα γνωρίσει στο Νουμά, μα που συστηματικά δεν είχα διαβάσει αυτοτελή του δράματα. Πάμε να δούμε μου λέει μια μέρα ο Ταγκόπουλος, τη Μάνα του, Έχασε το μοναχογιό της, έχασε τον άντρα της και ζει μόνο με την ανάμνηση του γιου της. Θα χαρεί πολύ άμα δει πως έχεις ενδιαφέρον για το έργο του. Και πήγαμε. Κάπου εκεί στα Εξάρχεια το σπιτάκι της χαροκαμένης Μάνας. Μας δέχτηκε με τη γλυκιά καλοσύνη που μόνο οι δικές μας οι πονεμένες γριούλες κατέχουνε το μυστικό. Μου μίλησε για το γιό της, που μόνο με τη θύμησή του ζούσε και φεύγοντας μου χάρισε κι όλα τα τυπωμένα έργα του παιδιού της. Έτσι γνώρισα το "Δαχτυλίδι της Μάνας". Από την αρχή που το διάβασα μου τράβηξε την προσοχή, μου ξύπνησα μέσα μου κοιμισμένες μελωδίες "που σαν πουλάκια φτερουγούσανε μέσα στ΄αχνό μου τ' όνειρο". Όμως πιότερο κι από το έργο, μιλούσε στην ψυχή μου τα παραμύθια για τα ξωτικά και τις νεράιδες, τα τραγούδια και τα νανουρίσματα μιας άλλης Γριάς, της Γιαγιάς μου, δέθηκαν με το Δαχτυλίδι, Έτσι άρχισε να φουντώνει ανεπαίσθητα και ασυναίσθητα στην αρχή, πιο συνειδητά αργότερα, μέσα στην καρδιά και το λογισμό μου η επιταχτική ανάγκη να τραγουδήσω το Δαχτυλίδι της Μάνας. Κι όπως στα περισσότερά μου έργα, έτσι και σ' αυτό, από τον καιρό που πρόσεξα το Δαχτυλίδι της Μάνας ώς την εποχή που καταπιάστηκα να πραγματοποιήσω τη μελοποίησή μου, περάσανε αρκετά χρόνια. Για την ακρίβεια, εδώ οχτώ ολόκληρα χρόνια. Στο αναμεταξύ ρίχτηκα στη σύνθεση του "Πρωτομάστορα". Το θέμα του Γιοφυριού της ?ρτας ήταν κι αυτό ένα άλλο θέμα που από καιρό είχε συνεπάρει την ψυχή μου. Δεν πέρασαν, όμως, ούτε δυο μήνες από την εκτέλεση του Πρωτομάστορα, στο Δημοτικό Θέατρο, στα 1915, που η Ιδέα του Δαχτυλιδιού της Μάνας άρχισε να με κυριεύει και να με βασανίζει επιταχτικά για την πραγματοποίησή της. Βάλθηκα αμέσως στη δουλειά για τη δραματική του διασκευή. Δυο καλοί φίλοι με βοηθήσανε στη σκηνική και στιχοπλαστική μετατροπή του έργου σε μουσική δράμα. Ο Παντελής Χορν στη σκηνική του οικονομία, ο οποίος Γ.Σ., που κρύβεται τόσο μετριόφρονα κάτω από το ψευδώνυμο του ?γνη Ορφικού, με την υπέροχή του στιχουργία. Το λιμπρέτο έτσι ήτανε έτοιμο μέσα σ΄ένα μήνα και αμέσως βάλθηκα στη μουσική του σύνθεση` εργάστηκα με εξαιρετική διάθεση και το έργο, μέσα σε λιγότερο από ενάμιση χρόνο, ήτανε έτοιμο το Σεπτέμβριο του 1917. Το Δαχτυλίδι πρωτοδόθηκε στο Δημοτικό Θέατρο, το Δεκέμβρη του 1917, από το Θίασο Αφεντάκη. Οι συνθήκες της πρώτης αυτής εκτέλεσης ήτανε κυριολεχτικά τραγικές για μένα. Μέσα στον πόλεμο και την κοινωνική διαίρεση δεν μπορούσε ένα έργο τόσο ξένο προς κάθε μίσος και προς κάθε ταραχή να αναπνεύσει στην ανήσυχη και ταραγμένη ατμόσφαιρα του καιρού εκείνου. Παρ' όλες όμως τις δυσμενείς αυτές συνθήκες, στις οποίες προστέθηκε ένας εξαιρετικά βαρύς χειμώνας, το έργο κατόρθωσε να κάνει μια σειρά από 9 παραστάσεις σχεδόν συνεχείς και να προκαλέσει την προσοχή του μεγαλύτερου κοινού. Από τότες περάσανε δέκα χρόνια για ν' αποφασίσω να το ξαναδώσω. Τόση ήτανε η ταλαιπωρία, η καλλιτεχνική και η οικονομική, που δεν μπορούσα να αποφασίσω ούτε να ξαναδώσω μουσικό θεατρικό μου έργο ούτε να ξαναγράψω μουσική για το θέατρο. Τέλος, το έκανα το 1928, με τη συνδρομή του Εθνικού Ωδείου, αλλά και εδώ κακότυχο το Δαχτυλίδι, η πρώτη του εκτέλεση απέτυχε από διάφορα λάθη στη διανομή των ρόλων. Λίγες μέρες πριν από τη δεύτερη παράσταση αρρωσταίνει βαριά η Κα Πριμηκήρη που ετραγουδούσε το ρόλο της Μάνας. Ευτυχώς που βρέθηκε από μηχανής Θεός η Νίνα Φωκά, που μέσα σε οχτώ μέρες κατόρθωσε να δημιουργήσει μιαν υπέροχη και αξέχαστη Μάνα. Και εδόθηκε τότε πέντε εν όλω φορές το Δαχτυλίδι της Μάνας, υπό τη διεύθυνση του κ. Μπούτνικοφ και με τη σύμπραξη της Κας Νίνας Φωκά, της Κας Καλφοπούλου και λοιπών καλλιτεχνών. Η Χορωδία και το Μπαλέτο από μαθήτριες του Εθνικού Ωδείου. Στα 1931 ξαναδόθηκε υπό τη διεύθυνση του κ. Μητρόπουλου και με την αξέχαστη Καίτη Ανδρεάδου για Μάνα, την κα Καλφοπούλου, τον Επιτροπάκη, τον Μοσχονά, τον Βλάικο, πάλι από το Εθνικό Ωδείο σε τέσσερις άλλες παραστάσεις. Κατόπιν, το Δαχτυλίδι της Μάνας ξαναδόθηκε στα 1933, με την Ελένη Νικολαΐδου, τη Φανή Παπαναστασίου, τον Αγγελόπουλο, τον Μοσχονά, τον Ζηρά, τον Μέλλο. Από τότε τα μάγια έσπασαν και το Δαχτυλίδι εξετελέσθηκε σε μια σειρά από παραστάσεις που φθάσανε τις πενήντα στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Θεσ/νίκη, την Αίγυπτο". Η υπόθεση του έργου έχει περιληπτικά ως εξής:"Είναι παραμονή Χριστουγέννων. Ο Γιαννάκης ο τραγουδιστής (τενόρος) έχοντας αφήσει τα ψηλά βουνά του τόπου του αργοπεθαίνει από μαράζι (προφανής η αντιστοιχία με τον ποιητή Κ. Κρυστάλλη). Η φτωχή χήρα μάνα του (μετζο-σοπράνο) δεν καταφέρνει να του δώσει κουράγιο. Μπαίνει ο Κυριάκος (μπάσος), ο πατέρας της Ερωφίλης (της αγαπημένης του Γιαννάκη), λέγοντας στην μάνα και στον άλλο γιο της Σωτήρη (βαρύτονο) ότι βρέθηκε αγοραστής για το δαχτυλίδι. Η μάνα πουλάει το δαχτυλίδι της (για να μπορέσει να γιατρέψει τον Γιαννάκη) παρ' ότι υπάρχει προγονική κατάρα να μην πουληθεί. Ο Γιαννάκης με την Ερωφίλη (σοπράνο) μένουν μόνοι και ονειρεύονται το μέλλον τους. Όταν φεύγουν όλοι, η μάνα πάει να δέσει το δαχτυλίδι στο μαντήλι της, αλλά, άθελά της, το ρίχνει στο στρώμα του άρρωστου γιου της. Η Β' ΠΡΑΞΗ διαδραματίζεται στο μυθικό παλάτι της Νεράιδας του βουνού. Μπαίνει ο Γιαννάκης οδηγημένος από μια Γριά (με τα χαρακτηριστικά της μάνας του) ψάχνοντας να βρει τη Νεράιδα που του άρπαξε το εφτάπετρο δαχτυλίδι. Η γριά τον συμβουλεύει να περιμένει την Κυρά του παλατιού που θά 'ρθει να παίξει με το χρυσό μήλο, ενώ οι θεραπαινίδες της θα υφαίνουν τον αργαλειό της ζωής. Ξεπροβάλλει η Νεράιδα με τη μορφή της Ερωφίλης. Ο Γιαννάκης καταφέρνει να της παρει το δαχτυλίδι και μετά της ζητάει να τον βοηθήσει να σκαρφαλώσει ώς την κορφή του βουνού. Η Νεράιδα προσπαθεί να τον αποτρέψει από το παράτολμο εγχείρημα, όπως άλλωστε και η μάνα του. Ενώ αρχίζει να ξημερώνει, ο Γιαννάκης δεν μπορεί να προχωρήσει και πέφτει μισοπεθαμένος με το όνομα της αγαπημένης του στα χείλη. Τότε η Νεράιδα του αποκαλύπτεται ως Ερωφίλη. Η Γ' ΠΡΑΞΗ εξελίσσεται στην πλατεία της εκκλησίας του χωριού. Ξημερώνουν Χριστούγεννα. Φτάνει ο Σωτήρης και διηγείται στους συγκεντρωμένους χωριανούς το παραμιλητό του Γιαννάκη. Πίσω του έρχεται τρικλίζοντας ο Γιαννάκης, που μεσ' στον πυρετό του βλέπει την Ερωφίλη σαν την Νεράιδα του ονείρου του:"Γλυκειά Νεράιδα, δεν μπορώ ν' ανέβω πια ..."Πέφτει νεκρός, ενώ στο χέρι του φαντάζει εφτάφλογο το δαχτυλίδι της μάνας` της μάνας του, που οδύρεται απαρηγόρητη...". Ολόκληρο το έργο, όπως άλλωστε οι περισσότερες δημιουργίες του Καλομοίρη, διανθίζεται από σύγχρονα εθνικά στοιχεία και δίνει ανάγλυφες κάποιες πλευρές της λαϊκής ζωής, που υπογραμμίζονται με την "από σκηνής"χρησιμοποίηση εθίμων και παραδόσεων. Στην προκειμένη περίπτωση, έχουμε τη μουσική παρουσία των "Χριστουγεννιάτικων καλάντων", του Κοντακίου "Η Παρθένος Σήμερον", του υπέροχου νανουρίσματος "...Να μου το πάρεις `Ηλιε μου", κ.λπ., που εφοδιάζουν το έργο με ένα χαρακτήρα "εθνικής οικειότητας"(και είναι απορίας άξιον το "πώς"και το "γιατί"οι `Eλληνες αγνοούν ή αποστρέφονται συστηματικά τα μουσικά τους κειμήλια, ενώ απεναντίας αποστηθίζουν ασμένως κάθε ξενόφερτο ηχητικό σκουπίδι...). Από τα υποβλητικότερα μέρη του "Δαχτυλιδιού"θεωρούνται επίσης η αφήγηση της μητέρας (Α' πράξη) και το γεμάτο εσωτερικότητα ντουέτο Γιαννάκη-Ερωφίλης (Β' πράξη). Τέλος, το "Δαχτυλίδι της Μάνας" εκδόθηκε στη Βιέννη από τις Εκδόσεις "Universal". ,
|
|