δίεσις Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο ρήμα "διίημι"και σημαίνει:"τη διέλευση", "τη διαπέραση". Η έννοιά της στη (μη συγκερασμένη) αρχαία μουσική δεν είναι απόλυτα σαφής και οι υπάρχουσες μαρτυρίες αντιφάσκουν. Οι Πυθαγόρειοι ως «δίεσιν» εννοούσαν το ημιτόνιο, ενώ οι Αριστοξένιοι:το τέταρτο του τόνου. Ο ίδιος ο Αριστόξενος χρησιμοποιεί τον όρο για την ελάχιστη διαστηματική υποδιαίρεση που μπορεί να συλλάβει το ανθρώπινο αυτί (χωρίς όμως να την προσδιορίζει) και μαζί του συμφωνεί ο Αριστείδης Κοϊντιλιανός` άλλοι πάλι συγγραφείς, ως δίεση χαρακτηρίζουν συλλήβδην κάθε διάστημα μικρότερο του ημιτονίου. Ο Σ. Μιχαηλίδης αναφέρει ένα αρχαίο απόσπασμα («Εγκυκλοπαίδεια της Αρχαίας Ελλ. Μουσικής», σ.96) στο οποίο ως «δίεσις» χαρακτηρίζεται διάστημα μικρότερο του τεταρτημορίου (σε λόγο 33/32), "χαλεπώτατον"να τραγουδηθεί. Παραθέτει επίσης σχετική εκτίμηση του Διδύμου (που προσδιορίζει αυτό το διάστημα μεταξύ 32/31 και 31/30). Συνοψίζοντας την αρχαία μουσική θεωρία, έχουμε:α) "χρωματική"δίεση, που χρησιμοποιόταν στο χρωματικό γένος και ισοδυναμούσε με 1/3 του τόνου ("δίεσις τριτημόριος"), β) "εναρμόνια"δίεση, που χρησιμοποιόταν στο εναρμόνιο γένος και ισοδυναμούσε με μισό ημιτόνιο ("δίεσις τεταρτημόριος") και τέλος, γ) "ημιόλια"δίεση, που χρησιμοποιόταν στο ημιόλιο χρωματικό γένος και ισοδυναμούσε με μιάμισυ εναρμόνια δίεση, δηλαδή:με 3/8 του τόνου. (Για τις διέσεις της βυζ. μουσικής, τις οποίες τοποθετούμε κάτω από τους χαρακτήρες ποσότητας, βλ. στο λήμμα έλξεις). Πάντως σχετικά, η "Μουσική Επιτροπή του 1881"ορίζει τις εξής διέσεις:την απλή δίεση (2 κομμάτων), την μονόγραμμη (4 κομμάτων), την δίγραμμη (6 κομμάτων-ημιτόνου), την τρίγραμμη (8 κομμάτων) και την τετράγραμμη (10 κομμάτων). ,
|
|