Δράμαλης Γεώργιος (Αθήνα, 1885-1959) . Δημοφιλέστατος κωμικός και τραγουδιστής της οπερέτας (πρωταγωνιστής και θιασάρχης). Εγκατέλειψε νωρίς τα "γράμματα"και ασχολήθηκε με την πλαστική, την γλυπτική και την κοσμηματογραφία. Μαθήτευσε στον Δημ. Ρόδιο, μαθαίνοντας μουσική και τραγουδώντας (βαθύφωνος) σε χορωδιακές και εκκλ. Εκδηλώσεις. Το 1909 (που ιδρύθηκε η ελληνική οπερέτα του Ι. Παπαϊωάννου) διετέλεσε σημαντικό στέλεχός της και διέπρεψε σε πολλούς αξιολόγους ρόλους πρωταγωνιστή (τόσο σε γαλλικές και βιεννέζικες όσο και ελληνικές οπερέτες). Πρωτοεμφανίστηκε ως Ηγούμενος στην "Πουπέ". `Ηδη από τα πρώτα του βήματα παρουσίασε δείγματα εξαιρετικά κωμικού ταλέντου, δημιουργώντας πολλούς και διάφορους "τύπους". Το 1911 ίδρυσε με άλλους καλλιτεχνες (Ν. Αφεντάκη, Σπ. Μηλιάδη, Ι. Πρινέα, κ.ά.) θίασο οπερέτας και ανέβασαν τις βιεννέζικες οπερέτες:"Η πριγκίπισσα των δολλαρίων"(του Λεό Φάλ), "`Ερως πριγκίπων"(του `Αισλερ), "Αγνή Σουζάνα"(του Ζιλμπέρ), όπως και τον "Λεμπλεμπιτζή Χορχόρ αγά"(του Τσοχατζιάν), όπου ο Δράμαλης έγινε "θρύλος". Το 1912 μετέσχε στον θίασο «Μεγάλη Ελλ. Οπερέτα Γ. Λαγκαδά». Αργότερα, το 1913, ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του οπερετικού θιάσου `Ελσας Ένκελ, συνεργαζόμενος μαζί της αρκετά χρόνια και ανεβάζοντας πολλές ελληνικές οπερέτες. Την άνοιξη του 1915 μετείχε στον Θίασο Κονταράτου-Παπαϊωάννου. Το 1922 συνέστησε δικό του θίασο στο Θέατρο «Διονύσια», με την επωνυμία "Αθηναϊκή Οπερέτα Γ. Δράμαλη"και συνεργάτιδες τις Μελπομένη Κολυβά, Ολυμπία Καντιώτη-Ριτσιάρδη (και τις μετακλημένες αργότερα από τη Βιέννη πρωταγωνίστριες Πέπη Ζάμπα, Μίτση Σούμπερτ,`Ιζα Μάρζεν, κ.ά.). Ουδέποτε υπέκυψε στο δέλεαρ που λέγεται «επιθεώρηση» και διατήρησε το θίασό του (με διάφορες συνεργασίες) ώς το 1927, οπότε επέστρεψε στον παλιό του δάσκαλο Ι. Παπαϊωάννου και συνεργάστηκε με το θέατρό του, που τώρα διευθυνόταν από τον Σπύρο Τριχά. Εμφανίστηκε στα «Ερωτικά γυμνάσια» (ερμηνεύοντας τον Τιμολέοντα Μπελά) και τον επόμενο χρόνο, στα:«Γυναίκα με τα όλα της» του Κράους και «Ξανθή-μελαχρινή» του Θ. Σακελλαρίδη. `Εκανε μεγάλες προσπάθειες να «διατηρήσει στη ζωή» την ελλ. οπερέτα, ένα θεατρικό είδος που πέθαινε` το 1935 μάλιστα, «ξανανέβασε» τα «Ερωτικά γυμνάσια», δίνοντας τον καλύτερο εαυτό του. Αποσύρθηκε από τη σκηνή το 1937 λόγω σοβαρής πάθησης των ματιών του. Διακρίθηκε πάντοτε για την τέχνη, την ευσυνειδησία, την ωραία του φωνή βαρυτόνου, αλλά και για τη μόνιμη επιτυχία του. Δίκαια αναγνωρίστηκε ως διάδοχος του Παπαϊωάννου. `Ηταν επίσης ο λιμπρετίστας της οπερέτας "Χριστίνα"του Θ. Σακελλαρίδη. Πατέρας της Ξένης Δράμαλη. ,
|
|