επόγδοος γενικά, εκείνος που αποτελείται από ένα ολόκληρο και ένα όγδοο του όλου. Επόγδοος λόγος στη μουσική ήταν ο λόγος 9:8, ο "μείζων" $τόνος*, το $διάστημα* με το οποίο η 5η ξεπερνά την 4η (Νικόμ. Εγχειρ. 6, Mb 12: "ώ υπερέχει η $δια πέντε* της $δια τεσσάρων*, εβεβαιούτο εν επογδόω λόγω ύπαρχειν"). Επομένως, επόγδοος ήταν το διάστημα ενός τόνου. Ησ.: "επόγδοον· τόνος μουσικός". , γενικά, εκείνος που αποτελείται από ένα ολόκληρο και ένα όγδοο του όλου. Επόγδοος λόγος στη μουσική ήταν ο λόγος 9:8, ο "μείζων" τόνος, το διάστημα με το οποίο η 5η ξεπερνά την 4η (Νικόμ. Εγχειρ. 6, Mb 12: "ώ υπερέχει η δια πέντε της δια τεσσάρων, εβεβαιούτο εν επογδόω λόγω ύπαρχειν"). Επομένως, επόγδοος ήταν το διάστημα ενός τόνου. Ησ.: "επόγδοον· τόνος μουσικός".
|
|