ελικών (ή ελικόν) Μουσικό όργανο των αρχαίων Ελλήνων τετραγωνικού σχήματος με 9 (ή 4) χορδές, που χρησιμοποιόταν για τον καθορισμό του ύψους των φθόγγων (πολύχορδος τύπος του Πυθαγόρειου μονόχορδου). Το αναφέρουν ο Πτολεμαίος, ο Πορφύριος ο Αριστείδης Κοϊντιλιανός και ο Παχυμέρης. Το όνομά του προέρχεται προφανώς από τον Ελικώνα, το βουνό των Μουσών. Σήμερα ο ίδιος όρος χαρακτηρίζει ένα περιελισσόμενο πνευστό όργανο μπάντας (μάλλον ρωσικής καταγωγής) που τείνει να εκλείψει. ,
|
|