Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

εστώτες

- κινούμενοι φθόγγοι· (α) εστώτες ήταν οι φθόγγοι ενός $τετραχόρδου*τετράχορδον| που έμεναν ακίνητοι, δηλ. δεν άλλαζαν παρά οποιεσδήποτε αλλαγές στο γένος του τετραχόρδου. Εστώτες επομένως ήταν οι ακρινοί (πρώτος και τελευταίος) του τετραχόρδου, λ.χ. στο τετράχορδο, mi - fa - sol - la, οι φθόγγοι mi και la. Όπως το καθορίζει ο $Νικόμαχος* (Εγχειρ. Mb 26, C.v. J. 263): "οι ακρινοί φθόγγοι ενός τετραχόρδου λέγονται εστώτες, γιατί ουδέποτε αλλάζουν σε οποιοδήποτε από τα $γένη*γένος|". Ο $Αριστόξενος* χρησιμοποιεί τον όρο ακίνητοι αντί εστώτες (Αρμ. Ι, 22, 11· III, 61, 23 Mb). Ο $Αλύπιος* λέει τους εστώτες και ακλινείς (σταθεροί, αμετακίνητοι). Εισ. Mb 2, C.v.J. 368: "εστώτες και ακλινείς". (β) $κινούμενοι* ήταν οι φθόγγοι που βρίσκονταν ανάμεσα στα δύο άκρα, στη μέση του τετραχόρδου και που άλλαζαν ανάλογα με το $γένος*: Από τον $Βακχείο*Βακχείος ο Γέρων| (Εισ. 36) οι κινούμενοι λέγονταν φερόμενοι (που φέρονταν από τη μια θέση στην άλλη). Πρβ. Αριστείδ. (Περί μουσ. Mb 12, R.P.W.-Ι. 9). Σημείωση: οι ακρινοί φθόγγοι ενός τετραχόρδου ή ενός συστήματος ή ομάδας διαστημάτων ονομάζονταν $άκροι*άκρος|, ενώ εκείνοι που βρίσκονταν ανάμεσά τους, $μέσοι*μέσος|· Αριστόξ. (Αρμ. ΙΙ, 46, 20-22 και Ι, 29, 32 Mb). Πρβ. για το λήμμα αυτό: Κλεον. Εισ. 4, Βακχ. Εισ. 35-36, Αλύπ. Εισ. 4, Νικόμ. Εγχειρ. 12.

, - κινούμενοι φθόγγοι· (α) εστώτες ήταν οι φθόγγοι ενός τετραχόρδου που έμεναν ακίνητοι, δηλ. δεν άλλαζαν παρά οποιεσδήποτε αλλαγές στο γένος του τετραχόρδου. Εστώτες επομένως ήταν οι ακρινοί (πρώτος και τελευταίος) του τετραχόρδου, λ.χ. στο τετράχορδο, mi - fa - sol - la, οι φθόγγοι mi και la.




Όπως το καθορίζει ο Νικόμαχος (Εγχειρ. Mb 26, C.v. J. 263): "οι ακρινοί φθόγγοι ενός τετραχόρδου λέγονται εστώτες, γιατί ουδέποτε αλλάζουν σε οποιοδήποτε από τα γένη".
Ο Αριστόξενος χρησιμοποιεί τον όρο ακίνητοι αντί εστώτες (Αρμ. Ι, 22, 11· III, 61, 23 Mb).
Ο Αλύπιος λέει τους εστώτες και ακλινείς (σταθεροί, αμετακίνητοι). Εισ. Mb 2, C.v.J. 368: "εστώτες και ακλινείς".

(β) κινούμενοι ήταν οι φθόγγοι που βρίσκονταν ανάμεσα στα δύο άκρα, στη μέση του τετραχόρδου και που άλλαζαν ανάλογα με το γένος:




Από τον Βακχείο (Εισ. 36) οι κινούμενοι λέγονταν φερόμενοι (που φέρονταν από τη μια θέση στην άλλη).
Πρβ. Αριστείδ. (Περί μουσ. Mb 12, R.P.W.-Ι. 9).

Σημείωση: οι ακρινοί φθόγγοι ενός τετραχόρδου ή ενός συστήματος ή ομάδας διαστημάτων ονομάζονταν άκροι, ενώ εκείνοι που βρίσκονταν ανάμεσά τους, μέσοι· Αριστόξ. (Αρμ. ΙΙ, 46, 20-22 και Ι, 29, 32 Mb).

Πρβ. για το λήμμα αυτό: Κλεον. Εισ. 4, Βακχ. Εισ. 35-36, Αλύπ. Εισ. 4, Νικόμ. Εγχειρ. 12.





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: