Ευριπίδης(480;-406 π.Χ.). Ο "από σκηνής φιλόσοφος"και μέγιστος των δραματουργών υπήρξε ταυτόχρονα ιδιοφυής μουσικός με πρωτοποριακές και καινοτόμες για την εποχή του συνθέσεις, που επέσυραν τόσο τους χλευασμούς του Αριστοφάνη όσο και τις επιδοκιμασίες άλλων συγχρόνων του. Ενώ λοιπόν ο Αριστοφάνης ονόμαζε περιφρονητικά τις μελωδίες του Ευρυπίδη "επύλλια"("λιανοτράγουδα"... βλ. "Αχαρνείς", 398, "Ειρήνη", 531), ο Αξιόνικος (Αθήναιος Δ', 175) λέει ότι υπήρχε σε ορισμένους τόσο αρρωστημένο πάθος για τις μελωδίες του Ευριπίδη, ώστε οτιδήποτε άλλο τους φαίνονταν σαν θρήνος ισχνού πνευστού που προκαλεί μεγάλη ενόχληση!... Ο Πλούταρχος πάλι διηγείται διάφορες ιστορίες, κατά τις οποίες η Αθήνα και οι Αθηναίοι γλύτωσαν τη ζωή τους χάρη στα άσματα του Ευριπίδη... όπως εκείνη ("Νικίας", 29) μετά την πανωλεθρία της Σικελικής εκστρατείας, όπου πολυάριθμοι Αθηναίοι διασώθησαν επειδή η μουσική του Ευριπίδη που τραγουδούσαν είχε πολλούς θαυμαστές στο στρατόπεδο των νικητών! Επίσης, ή άλλη ("Λύσανδρος", 15) μετά τη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου, όταν στο συμπόσιο των νικητών προτεινόταν να κατεδαφιστεί η Αθήνα και να πουληθούν σκλάβοι όλοι οι Αθηναίοι, κάποιος απ' τη Φωκίδα πήρε τη λύρα και τραγούδησε την πάροδο από την "Ηλέκτρα"του Ευριπίδη "[[ Αγαμέμνονος @ω Κόρα, {ηλυθον,] Ηλέκτρα" συγκινώντας τόσο πολύ τους συνδαιτημόνες, ώστε αποφάσισαν να δείξουν επιείκεια στην πόλη που γέννησε τέτοιον καλλιτέχνη! Ο Ευριπίδης, που ως νέος ήταν χορευτής και λαμπαδηφόρος του Ζωστηρίου Απόλλωνα, συνέθεσε (εκτός από τα 92 σκηνικά του έργα, από τα οποία διασώζονται τα 19 καθώς και αρκετά αποσπάσματα) έναν επινίκιο ύμνο προς τιμή του Αλκιβιάδη (βλ. επινίκια) και ένα ελεγείο για τον Νικία και τους αδικοχαμένους Αθηναίους στην εκστρατεία της Σικελίας. Ορισμένες από τις μελωδίες του ήταν ακόμα δημοφιλείς κατά τον 1ον π.Χ. αι. (Διονύσιος Αλικαρνασσεύς) χωρίς να γνωρίζουμε το μυστικό τους, γιατί τα 2 σημειογραφημένα λείψανα της μουσικής του που έφτασαν ώς εμάς (βλ. ευρήματα αρχαίας ελληνικής μουσικής) δεν μας διαφωτίζουν αρκετά. Εκείνο που σαφώς γνωρίζουμε είναι ότι δεν έμενε προσηλωμένος στα παραδοσιακά συστήματα του δώριου και του φρύγιου, αλλά συνεχώς πειραματιζόταν με τα "ηδυπαθέστερα"συστήματα του λύδιου και του μιξολύδιου καθώς και με το χρωματικό και το εναρμόνιο γένος. Τα 19 σωζόμενα έργα του αλφαβητικά:"`Αλκηστις", "Ανδρομάχη", "Βάκχες", "Εκάβη", "Ελένη", "Ηλέκτρα", "Ηρακλείδες", "Ηρακλής μαινόμενος", "Ικέτιδες", "Ιππόλυτος", "Ιφιγένεια εν Αυλίδι", "Ιφιγένεια εν Ταύροις", "Ίων", "Κύκλωψ", "Μήδεια", "Ορέστης", "Ρήσος", "Τρωάδες", "Φοίνισσες". Τέλος, παραθέτουμε 2 αντιπροσωπευτικα αποσπάσματα του ποιητή:το πρώτο είναι ένας αριστουργηματικός Ύμνος στην Ειρήνη (σε μετάφραση Θρασύβουλου Σταύρου) από τη μη σωζόμενη τραγωδία του «Κρεσφόντης» (462 Ν,) και το δεύτερο είναι ένα Χορικό (σε μετάφραση Δημ. Σάρρου) από την «Ηλέκτρα» (στίχοι 699, κ.ε.), στο οποίο εξιστορείται γλαφυρά το πώς έκλεψε ο Θυέστης το χρυσόμαλλο αρνί του Ατρέα.:
«Ειρήνη εσύ βαθύπλουτη και πρώτη
απ'τους μακάριους θεούς στην ομορφιά,
αργείς να 'ρθείς κι εγώ σε λαχταρώ.
Φοβούμαι
των γερατειών τα βάσανα μη με δαμάσουν,
την άνθηση της χάρης σου πριν αντικρίσω
και κώμους φιλοστέφανους κι ωραίων
χορών τραγούδια.
`Ελα σεβάσμια θεά, στην πόλη αυτή, ικετεύω
τη μισητή διχόνοια διώξε από τα σπίτια,
τη φρενιασμένη διώξε αμάχη, που χαρά της
τ'ακονισμένο σίδερο είναι».
...
«Το λεν οι μύθοι πως ο Παν
ο φύλακας των λόγγων
λαλώντας το γλυκόφωνο
σουραύλι αρμονικά,
κατέβασε από τα βουνά
τ'Αργίτικα έν'αρνάκι
νιογεννημένο, με χρυσά
κι ωραία τα μαλλιά.
Και τότε ανέβη ο κήρυκας
στο πέτρινο το βήμα
κι εφώναξε:<Στην αγορά,
στην αγορά μαζί,
ώ Μυκηναίοι, τρέξετε
και των ευτυχισμένων
των βασιλιάδων θαυμαστά
σημεία θα ιδείτ'εκεί>.
Ανοίγουν χρυσοστόλιστοι
ναοί` φεγγοβολούν
σ'όλης της χώρας τους βωμούς
φωτιές. Αντιλαλεί
γλυκά η φλογέρα, των Μουσών
η πρόθυμη υπηρέτρα.
Τραγούδια ηχούν μελωδικά
για το χρυσό το αρνί
και του Θυέστη τ'όνομα.
Την ποθητή γυναίκα
του Ατρέα του αδελφού του αυτός
πλανεύει, και μ'αυτή
κρυφά πλαγιάζει, και τ'αρνί
της παίρνει έτσι και βγαίνει
στην αγορά και κράζει πως
στο σπίτι του κρατεί
τ'αρνί το στριφτοκέρατο
με το χρυσό μαλλί».
(Βλ. και ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ:«Αποσπάσματα μεγάλων ποιητών της Ελλ.Αρχαιότητας»).
,