θρηνωδία ωδή, τραγούδι με θρηνητικό χαρακτήρα, μοιρολόι. Πλούτ. Συμποσιακά (III, 8, 2): "ώσπερ [γαρ] η θρηνωδία και ο επικήδειος αυλός" ([γιατί] όπως η θρηνωδία, έτσι και ο επικήδειος αυλός). , ωδή, τραγούδι με θρηνητικό χαρακτήρα, μοιρολόι. Πλούτ. Συμποσιακά (III, 8, 2): "ώσπερ [γαρ] η θρηνωδία και ο επικήδειος αυλός" ([γιατί] όπως η θρηνωδία, έτσι και ο επικήδειος αυλός).
Συν. θρηνώδημα
|
|