ιμαίος δημοτικό τραγούδι των μυλωνάδων. Ο ιμαίος αναφέρεται στον Αθήναιο (ΙΔ', 618, 10), ανάμεσα σε άλλα δημοτικά τραγούδια, με αυτά τα λόγια: "ιμαίος, η επιμύλιος καλούμενη [ωδή], ήν περί τους αλέτους ήδον" (ιμαίος, το λεγόμενο επιμύλιο τραγούδι, που το τραγουδούσαν κατά το άλεσμα [με τις μυλόπετρες]). Επίσης, ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (Αθήν. ΙΔ', 619Β, 10) γράφει: "ιμαίος, ωδή μυλωθρών" (ίμαιος, τραγούδι των μυλωνάδων).
Ο Πλούταρχος (Επτά Σοφών Συμπόσιον 157D-E, 14) έχει διασώσει τους στίχους ενός ρεφραίν από ένα χαριτωμένο τραγούδι της Μυτιλήνης, της εποχής του $Αλκαίου*Αλκαίος| και της $Σαπφώς*Σαπφώ|:
"?λει, μύλα, άλει
και γαρ Πίττακος αλεί
μεγάλας Μυτιλάνας βασιλεύων".
(?λεθε, μύλε, άλεθε,
γιατί κι ο Πιττακός αλέθει,
της μεγάλης Μυτιλήνης ο κυβερνήτης).
Ο Πιττακός, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας (7ος/6ος· αι. π.Χ.), υπήρξε κυβερνήτης (αισυμνήτης, εκλεγμένος άρχων) της Μυτιλήνης για δέκα χρόνια.
Σημείωση: ιμαίος ονομάστηκε από τη λέξη ιμαλίς, η οποία, καθώς εξηγείται στον Αθήναιο (ΙΔ', 618D, 10), στους Δωριείς σήμαινε το "νόστο" και τα "επίμετρα των αλέτων" ("νόστος", το προϊόν του αλέσματος). , δημοτικό τραγούδι των μυλωνάδων. Ο ιμαίος αναφέρεται στον Αθήναιο (ΙΔ', 618, 10), ανάμεσα σε άλλα δημοτικά τραγούδια, με αυτά τα λόγια: "ιμαίος, η επιμύλιος καλούμενη [ωδή], ήν περί τους αλέτους ήδον" (ιμαίος, το λεγόμενο επιμύλιο τραγούδι, που το τραγουδούσαν κατά το άλεσμα [με τις μυλόπετρες]). Επίσης, ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (Αθήν. ΙΔ', 619Β, 10) γράφει: "ιμαίος, ωδή μυλωθρών" (ίμαιος, τραγούδι των μυλωνάδων). Ο Πλούταρχος (Επτά Σοφών Συμπόσιον 157D-E, 14) έχει διασώσει τους στίχους ενός ρεφραίν από ένα χαριτωμένο τραγούδι της Μυτιλήνης, της εποχής του Αλκαίου και της Σαπφώς:
"?λει, μύλα, άλει και γαρ Πίττακος αλεί μεγάλας Μυτιλάνας βασιλεύων". (?λεθε, μύλε, άλεθε, γιατί κι ο Πιττακός αλέθει, της μεγάλης Μυτιλήνης ο κυβερνήτης).
Ο Πιττακός, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας (7ος/6ος· αι. π.Χ.), υπήρξε κυβερνήτης (αισυμνήτης, εκλεγμένος άρχων) της Μυτιλήνης για δέκα χρόνια.
Σημείωση: ιμαίος ονομάστηκε από τη λέξη ιμαλίς, η οποία, καθώς εξηγείται στον Αθήναιο (ΙΔ', 618D, 10), στους Δωριείς σήμαινε το "νόστο" και τα "επίμετρα των αλέτων" ("νόστος", το προϊόν του αλέσματος).
|
|