καλαμαύλης ένας $αυλητής* που έπαιζε καλαμένιο $αυλό*αυλός|. Ο ποιητής Ηδύλος σ' ένα επίγραμμα του λέει: "αλλά Θέωνα τον καλαμαυλητήν είπατε "χαίρε Θέων", ώσπερ ουν τους τω καλάμω αυλούντας καλαμαύλας λέγουσι νυν" (αλλά χαιρετήστε τον Θέωνα τον καλαμαυλητή "χαίρε Θέων"· ακριβώς όπως ονομάζουν σήμερα εκείνους που παίζουν καλαμένιο αυλό καλαμαύλες).
Βλ. επίσης λ. $ραπαύλης*.
, ένας αυλητής που έπαιζε καλαμένιο αυλό. Ο ποιητής Ηδύλος σ' ένα επίγραμμα του λέει: "αλλά Θέωνα τον καλαμαυλητήν είπατε "χαίρε Θέων", ώσπερ ουν τους τω καλάμω αυλούντας καλαμαύλας λέγουσι νυν" (αλλά χαιρετήστε τον Θέωνα τον καλαμαυλητή "χαίρε Θέων"· ακριβώς όπως ονομάζουν σήμερα εκείνους που παίζουν καλαμένιο αυλό καλαμαύλες).
Βλ. επίσης λ. ραπαύλης.
Συν. καλαμαυλητής
|
|