κολλοβός , πιο ορθό κολοβός· κολοβός, ακρωτηριασμένος. Έτσι ονομαζόταν ένας $κιθαρωδικός νόμος*, που αναφέρει ο $Ησύχιος*: "κολλοβός· κονδός, σμικρός, ολιγοστός ή εστερημένος, και νόμος τις κιθαρωδικός". Καμιά πληροφορία δε δίνεται για το χαρακτήρα του.
, , πιο ορθό κολοβός· κολοβός, ακρωτηριασμένος. Έτσι ονομαζόταν ένας κιθαρωδικός νόμος, που αναφέρει ο Ησύχιος: "κολλοβός· κονδός, σμικρός, ολιγοστός ή εστερημένος, και νόμος τις κιθαρωδικός". Καμιά πληροφορία δε δίνεται για το χαρακτήρα του.
|
|