κωμαστική όρχηση είδος βακχικού χορού συνδεδεμένου με τον $κώμο*κώμος|. Επίσης, κωμαστικά μέλη, τραγούδια που τραγουδιόνταν στον κώμο.
Βλ. Πολυδ. IV, 100.
, είδος βακχικού χορού συνδεδεμένου με τον κώμο. Επίσης, κωμαστικά μέλη, τραγούδια που τραγουδιόνταν στον κώμο.
Βλ. Πολυδ. IV, 100.
|
|