μελοποιώ συνθέτω μέλη (μουσική)· βάζω ποιήματα σε μουσική· γράφω λυρικά ποιήματα· εκφράζομαι μέσο της μελωδίας ή του τραγουδιού. Πλούτ. (Περί μουσ. 1134Α, 8): "εν αρχή γαρ ελεγεία μεμελοποιημένα οι αύλωδοί ήδον· τούτο δε δηλοί η των Παναθηναίων γραφή η περί του μουσικού αγώνος" (στην αρχή οι αυλωδοί τραγουδούσαν ελεγεία, που είχαν μελοποιηθεί [όπως λέμε και σήμερα]· όπως φαίνεται στο αρχείο του μουσικού αγώνα των Παναθηναίων).
Μελοποιός· ο συνθέτης μελών (μουσικής)· δημιουργός μελωδιών· λυρικός ποιητής.
, συνθέτω μέλη (μουσική)· βάζω ποιήματα σε μουσική· γράφω λυρικά ποιήματα· εκφράζομαι μέσο της μελωδίας ή του τραγουδιού. Πλούτ. (Περί μουσ. 1134Α, 8): "εν αρχή γαρ ελεγεία μεμελοποιημένα οι αύλωδοί ήδον· τούτο δε δηλοί η των Παναθηναίων γραφή η περί του μουσικού αγώνος" (στην αρχή οι αυλωδοί τραγουδούσαν ελεγεία, που είχαν μελοποιηθεί [όπως λέμε και σήμερα]· όπως φαίνεται στο αρχείο του μουσικού αγώνα των Παναθηναίων). Μελοποιός· ο συνθέτης μελών (μουσικής)· δημιουργός μελωδιών· λυρικός ποιητής.
|
|