Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

μόναυλον

(μέλος)· σόλο με τον μόναυλο. Η λέξη εδώ χρησιμοποιείται ως επίθετο, ενώ το ουσιαστικό $μόναυλος* είναι το όργανο. Σώπατρος στον Αθήναιο Δ', 176Α, 78: "και το μόναυλον μέλος ήχησεν" (και ήχησε μια μελωδία [σόλο] στον μόναυλο). Βλ. λ. $μέλος*.

, (μέλος)· σόλο με τον μόναυλο. Η λέξη εδώ χρησιμοποιείται ως επίθετο, ενώ το ουσιαστικό μόναυλος είναι το όργανο. Σώπατρος στον Αθήναιο Δ', 176Α, 78: "και το μόναυλον μέλος ήχησεν" (και ήχησε μια μελωδία [σόλο] στον μόναυλο).

Βλ. λ. μέλος.





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: