μούσειος (επίθ.)· μουσικός (επίθ.)· "μούσειος κέλαδος", μουσικός ήχος. Λίθος Μοισαίος (αιολ. τύπος)· μνημείο τραγουδιού (LSJ και Δημ.).
, (επίθ.)· μουσικός (επίθ.)· "μούσειος κέλαδος", μουσικός ήχος. Λίθος Μοισαίος (αιολ. τύπος)· μνημείο τραγουδιού (LSJ και Δημ.).
|
|