οδοντισμός είδος $αύλησης*αύλησις| που χρησιμοποιούνταν στο τρίτο μέρος του πυθικού νόμου· με αυτόν ο αυλητής μιμούνταν το τρίξιμο των δοντιών του δράκοντα. Πρβ. Πολυδ. IV, 84· επίσης, τα λ. $πυθικός νόμος* και $ιαμβικόν*.
, είδος αύλησης που χρησιμοποιούνταν στο τρίτο μέρος του πυθικού νόμου· με αυτόν ο αυλητής μιμούνταν το τρίξιμο των δοντιών του δράκοντα. Πρβ. Πολυδ. IV, 84· επίσης, τα λ. πυθικός νόμος και ιαμβικόν.
|
|