παρασκήνιον η παρεμβολή ενός μέλους του χορού στη θέση τέταρτου υποκριτή (ηθοποιού). Πολυδ. (IV, 110): "όταν αντί του τέταρτου υποκριτή ένας από τους χορευτές τραγουδούσε την $ωδή*, αυτό ονομαζόταν παρασκήνιο".
, η παρεμβολή ενός μέλους του χορού στη θέση τέταρτου υποκριτή (ηθοποιού). Πολυδ. (IV, 110): "όταν αντί του τέταρτου υποκριτή ένας από τους χορευτές τραγουδούσε την ωδή, αυτό ονομαζόταν παρασκήνιο".
|
|