πεντάχορδον ένα πεντάχορδο όργανο, μνημονευόμενο από τον $Πολυδεύκη*Πολυδεύκης| (IV, 60), ο οποίος λέει: "πεντάχορδον, Σκυθών μεν το εύρημα, καθήπτο δε ιμάσιν ωμοβοΐνοις· αιγών δε χηλαί τα πλήκτρα" (ήταν σκυθικής προέλευσης, κρεμόταν με βοδινά δερμάτινα λουριά και παιζόταν με πλήκτρα από χηλές αιγών). , ένα πεντάχορδο όργανο, μνημονευόμενο από τον Πολυδεύκη (IV, 60), ο οποίος λέει: "πεντάχορδον, Σκυθών μεν το εύρημα, καθήπτο δε ιμάσιν ωμοβοΐνοις· αιγών δε χηλαί τα πλήκτρα" (ήταν σκυθικής προέλευσης, κρεμόταν με βοδινά δερμάτινα λουριά και παιζόταν με πλήκτρα από χηλές αιγών).
|
|