Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

ποίησις

η λέξη είχε πολλαπλή σημασία στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Χρησιμοποιούνταν, ιδιαίτερα σε παλιούς καιρούς, με τη σημασία της δημιουργίας ή κατασκευής οποιουδήποτε πράγματος (λ.χ. "νεών ποίησις", κατασκευή πλοίων· Θουκυδ. Γ', 2). Η ειδική σημασία της ως "δημιουργίας έργων τέχνης" (λ.χ. ποίηση επών, μελών κτλ.) αποδιδόταν στον $Σιμωνίδη*Σιμωνίδης|. Ο $Πλάτων* (Συμπόσ. 205Β) δίνει την ακόλουθη ερμηνεία του όρου: "ποίησις είναι κάτι πολύ πλατύ· όταν κάτι από την ανυπαρξία προχωρεί στην ύπαρξη, η αιτία είναι ολότελα ποίησις, έτσι, όλα τα έργα που γίνονται με την καθοδήγηση των τεχνών είναι ποιήσεις και οι δημιουργοί τους είναι ποιητές". Σε αρχαία κείμενα συχνά συναντούμε τους όρους ποιητής για το συνθέτη μουσικής και ποίημα για ένα ποίημα αλλά και για μια μουσική σύνθεση. Πλούτ. (Περί μουσ. 1137Β): "μαρτυρεί γούν τα Ολύμπου τε και Τερπάνδρου ποιήματα και των τούτοις ομοιοτρόπων πάντων" (όπως μαρτυρούν οι συνθέσεις του Ολύμπου και του Τέρπανδρου και όλων όσοι έχουν το ίδιο στιλ). Και ο Δίων Χρυσόστομος (Περί βασιλείας Α', 10) γράφει: "ουκ ωδοί τινες, ουδέ ποιηταί μελών (ούτε μερικοί αοιδοί, ούτε συνθέτες μελωδιών)". ποιητική ήταν η τέχνη της σύνθεσης. Η σχέση ποίησης και μουσικής, ποιητή και συνθέτη μουσικής, ήταν τόσο στενή (στην πραγματικότητα ήταν αξεχώριστες), ώστε επί αιώνες (ως την εποχή του Αριστόξενου, τον 4ο αι. π.Χ.) ο ποιητής ήταν μαζί και συνθέτης μελών, και, σε παλιότερα χρόνια, και εκτελεστής μουσικής. Ο όρος μέλος σήμαινε ταυτόχρονα ποίηση και μουσική. Η λυρική ποίησις (όρος που εμφανίζεται μετά την κλασική εποχή) ήταν συνδυασμός στίχων και μουσικής, κυρίως λύρας (από όπου και το επίθετο λυρική) αλλά και άλλων οργάνων. Χορική ποίησις· τραγούδια τραγουδημένα από το χορό, με οργανική συνοδεία. Προήλθε από την αρχαία όρχηση καί αναπτύχθηκε μετά την επική ποίηση. Μπορεί να λεχθεί πως αντιπροσώπευε τον τριπλό συνδυασμό ποίησης, μουσικής και όρχησης. H χορική ποίηση άρχισε να ακμάζει τον 7ο αι. π.Χ. με την καθιέρωση των $γυμνοπαιδιών*γυμνοπαιδία| στη Σπάρτη· ένας από τους δασκάλους της ήταν ο $Θαλήτας*. Άλλοι δάσκαλοι της χορικής ποίησης, που άκμασε ιδιαίτερα στις δωρικές πόλεις, ήταν ο $Ξενόκριτος*, ο $Ξενόδαμος*, ο $Αλκμάν*, ο $Στησίχορος*. Ο χορικός λυρισμός βρίσκει στην κλασική εποχή την τελειότερη και ωραιότερη έκφρασή του σε μεγάλους λυρικούς ποιητές, όπως ο $Σιμωνίδης*, ο $Βακχυλίδης* και ο υπέρτατος όλων ο $Πίνδαρος*. Τα κύρια είδη χορικής ποίησης ήταν ο $διθύραμβος*, ο $παιάν* και ο $ύμνος*· επίσης, το $υπόρχημα*, το $εγκώμιον*, το $επινίκιον* κ.ά. Βλ. χορικόν μέλος στο λ. $χορικός*.

, η λέξη είχε πολλαπλή σημασία στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Χρησιμοποιούνταν, ιδιαίτερα σε παλιούς καιρούς, με τη σημασία της δημιουργίας ή κατασκευής οποιουδήποτε πράγματος (λ.χ. "νεών ποίησις", κατασκευή πλοίων· Θουκυδ. Γ', 2). Η ειδική σημασία της ως "δημιουργίας έργων τέχνης" (λ.χ. ποίηση επών, μελών κτλ.) αποδιδόταν στον Σιμωνίδη. Ο Πλάτων (Συμπόσ. 205Β) δίνει την ακόλουθη ερμηνεία του όρου: "ποίησις είναι κάτι πολύ πλατύ· όταν κάτι από την ανυπαρξία προχωρεί στην ύπαρξη, η αιτία είναι ολότελα ποίησις, έτσι, όλα τα έργα που γίνονται με την καθοδήγηση των τεχνών είναι ποιήσεις και οι δημιουργοί τους είναι ποιητές".
Σε αρχαία κείμενα συχνά συναντούμε τους όρους ποιητής για το συνθέτη μουσικής και ποίημα για ένα ποίημα αλλά και για μια μουσική σύνθεση. Πλούτ. (Περί μουσ. 1137Β): "μαρτυρεί γούν τα Ολύμπου τε και Τερπάνδρου ποιήματα και των τούτοις ομοιοτρόπων πάντων" (όπως μαρτυρούν οι συνθέσεις του Ολύμπου και του Τέρπανδρου και όλων όσοι έχουν το ίδιο στιλ). Και ο Δίων Χρυσόστομος (Περί βασιλείας Α', 10) γράφει: "ουκ ωδοί τινες, ουδέ ποιηταί μελών (ούτε μερικοί αοιδοί, ούτε συνθέτες μελωδιών)".
ποιητική ήταν η τέχνη της σύνθεσης.
Η σχέση ποίησης και μουσικής, ποιητή και συνθέτη μουσικής, ήταν τόσο στενή (στην πραγματικότητα ήταν αξεχώριστες), ώστε επί αιώνες (ως την εποχή του Αριστόξενου, τον 4ο αι. π.Χ.) ο ποιητής ήταν μαζί και συνθέτης μελών, και, σε παλιότερα χρόνια, και εκτελεστής μουσικής.
Ο όρος μέλος σήμαινε ταυτόχρονα ποίηση και μουσική. Η λυρική ποίησις (όρος που εμφανίζεται μετά την κλασική εποχή) ήταν συνδυασμός στίχων και μουσικής, κυρίως λύρας (από όπου και το επίθετο λυρική) αλλά και άλλων οργάνων.
Χορική ποίησις· τραγούδια τραγουδημένα από το χορό, με οργανική συνοδεία. Προήλθε από την αρχαία όρχηση καί αναπτύχθηκε μετά την επική ποίηση. Μπορεί να λεχθεί πως αντιπροσώπευε τον τριπλό συνδυασμό ποίησης, μουσικής και όρχησης. H χορική ποίηση άρχισε να ακμάζει τον 7ο αι. π.Χ. με την καθιέρωση των γυμνοπαιδιών στη Σπάρτη· ένας από τους δασκάλους της ήταν ο Θαλήτας. Άλλοι δάσκαλοι της χορικής ποίησης, που άκμασε ιδιαίτερα στις δωρικές πόλεις, ήταν ο Ξενόκριτος, ο Ξενόδαμος, ο Αλκμάν, ο Στησίχορος. Ο χορικός λυρισμός βρίσκει στην κλασική εποχή την τελειότερη και ωραιότερη έκφρασή του σε μεγάλους λυρικούς ποιητές, όπως ο Σιμωνίδης, ο Βακχυλίδης και ο υπέρτατος όλων ο Πίνδαρος.
Τα κύρια είδη χορικής ποίησης ήταν ο διθύραμβος, ο παιάν και ο ύμνος· επίσης, το υπόρχημα, το εγκώμιον, το επινίκιον κ.ά.

Βλ. χορικόν μέλος στο λ. χορικός.





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: