πολύφωνος που έχει πολλές φωνές (ήχους)· πολύτονος. Το ίδιο όπως το πολύφθογγος.
πολυφωνία· ύπαρξη (ή χρήση) πολλών φωνών (ήχων)· κατά το LSJ, ποικιλία τόνων.
, που έχει πολλές φωνές (ήχους)· πολύτονος. Το ίδιο όπως το πολύφθογγος. πολυφωνία· ύπαρξη (ή χρήση) πολλών φωνών (ήχων)· κατά το LSJ, ποικιλία τόνων.
|
|