Skip to main content.

Θησαυρός Ελληνικής Μουσικής

πόππυσμα

και ποππυσμός· σύριγμα που ακούγεται από αδέξιο φύσημα στον αυλό. Βλ. λ. $συριγμός*.

, και ποππυσμός· σύριγμα που ακούγεται από αδέξιο φύσημα στον αυλό. Βλ. λ. συριγμός.





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Λήμμα: