προανάκρουσμα ένα οργανικό πρελούντιο, συνήθως σύντομο, πριν από την κύρια ωδή ή το κύριο κομμάτι. Επίσης, προανάκρουσις. Βλ. τα λ. $προαύλημα* και $προοίμιον*.
, ένα οργανικό πρελούντιο, συνήθως σύντομο, πριν από την κύρια ωδή ή το κύριο κομμάτι. Επίσης, προανάκρουσις. Βλ. τα λ. προαύλημα και προοίμιον.
|
|