πτερόν ένα πνευστό όργανο. Αναφέρεται, στον Ανώνυμο (Bell. 28, 17) και στον Vincent (Notices 8 και Αγιοπ. 264).
Ανώνυμος (Bell.): "εμπνευστά δε αυλοί τε και υδραύλεις και πτερά" Αγιοπ. (III απόσπ.): "έστι, δε τα πέντε όργανα τάδε· $σάλπιγξ*, $αυλός*, φωνή, $κιθάρα*, πτερόν" (είναι δε τα πέντε όργανα τα ακόλουθα· η σάλπιγγα, ο αυλός, η ανθρώπινη φωνή, η κιθάρα και το πτερό).
, ένα πνευστό όργανο. Αναφέρεται, στον Ανώνυμο (Bell. 28, 17) και στον Vincent (Notices 8 και Αγιοπ. 264). Ανώνυμος (Bell.): "εμπνευστά δε αυλοί τε και υδραύλεις και πτερά" Αγιοπ. (III απόσπ.): "έστι, δε τα πέντε όργανα τάδε· σάλπιγξ, αυλός, φωνή, κιθάρα, πτερόν" (είναι δε τα πέντε όργανα τα ακόλουθα· η σάλπιγγα, ο αυλός, η ανθρώπινη φωνή, η κιθάρα και το πτερό).
|
|