άντυξ η γέφυρα ("καβαλάρης") της $λύρας*λύρα| ή κατά μερικούς συγγραφείς, άλλη λέξη για τον $ζυγόν*ζυγός|. Κατ' άλλους, ο σκελετός της λύρας. Ευριπ. Ιππόλ. 1135: "μούσα δ' άυπνος υπ' άντυγι χορδάν" (το ακατάπαυστο τραγούδημα των χορδών, οι οποίες βρίσκονται κάτω από τον άντυγα).
Πρβ. Δημ., και Δ. Ν. Βερναρδάκης, Ευριπίδης Β': Ιππόλυτος 1135, Αθήναι 1888. , η γέφυρα ("καβαλάρης") της λύρας ή κατά μερικούς συγγραφείς, άλλη λέξη για τον ζυγόν. Κατ' άλλους, ο σκελετός της λύρας. Ευριπ. Ιππόλ. 1135: "μούσα δ' άυπνος υπ' άντυγι χορδάν" (το ακατάπαυστο τραγούδημα των χορδών, οι οποίες βρίσκονται κάτω από τον άντυγα). Πρβ. Δημ., και Δ. Ν. Βερναρδάκης, Ευριπίδης Β': Ιππόλυτος 1135, Αθήναι 1888.
|
|