σύριγξ σύριγγα του Πάνα· φλογέρα του βοσκού. Ο ήχος παράγεται από φύσημα κατευθείαν μέσα στην οπή, που έχει ανοιχτεί στο επάνω άκρο, χωρίς την παρεμβολή $γλωσσίδας*γλωττίς|. Συρίζω (και συρίττω) σήμαινε παίζω τη σύριγγα· επίσης, παράγω έναν συρίζοντα ήχο. Το όνομα της σύριγγας εμφανίζεται στην Ιλιάδα και στον Ύμνο στον Ερμή 512- Ίλ. Κ 13: "αυλών συριγγών τ' ένοπήν" ([ο Αγαμέμνονας, κοιτάζοντας προς το στρατόπεδο των Τρώων, θαύμαζε τις πολλές φωτιές που έκαιαν μπροστά στο Ίλιο] και τον ήχο των αυλών και των συριγγών). Βλ. επίσης Σ 526.
Γενικά, μπορεί να ειπωθεί πως ο όρος σύριγγα (σύριγξ) χρησιμοποιούνταν συχνά για όλα τα πνευστά όργανα χωρίς γλωσσίδα, ενώ για εκείνα που είχαν γλωσσίδα (απλή ή διπλή) χρησιμοποιούνταν ο όρος $αυλός*.
Υπήρχαν βασικά δύο είδη σύριγγας: η μονοκάλαμος και η πολυκάλαμος· Αγιοπ. (Vincent Notices 263): "Σύριγγος είδη δύο· το μεν εστι μονοκάλαμον, το δε πολυκάλαμον, ό φασιν εύρημα Πανός". Και στις δύο περιπτώσεις, η σύριγγα κατασκευαζόταν από καλάμι.
Ο τόνος της μονοκάλαμης ήταν ελαφρός, γλυκός και λιγάκι συριστικός· η έκτασή της ήταν περιορισμένη στην υψηλή περιοχή, σε αντίθεση με τον αυλό, που συχνά επονομαζόταν βαρύφθογγος (βαρύτονος). Το όργανο ήταν κατακόρυφο (ίσιο) και είχε λίγες οπές. Η πολυκάλαμη ήταν η γνωστή σύριγξ του Πανός ή σύριγγες του Πανός. Τα καλάμια (σωλήνες) ήταν συνήθως επτά, με διαφορετικό μέγεθος· σχημάτιζαν, όμως, μια οριζόντια γραμμή στο επάνω άκρο, χωρίς οπές, και ήταν συνδεδεμένα με κερί. Πολυδ. (IV, 69): "στη σύριγγα ο ήχος παράγεται με φύσημα· είναι ένα σύνολο από καλάμια (σωλήνες) δεμένα με λινάρι και κερί... πολλά καλάμια με βαθμιαία σμικρυνόμενο μέγεθος". Ο Πολυδεύκης μιλεί και για μια πεντασύριγγα (VIII, 72), ενώ ο Αγιοπολίτης για δεκακάλαμη (σ. 260). Η σύριγγα του Πάνα ήταν όργανο ποιμενικό (ο Πάνας ήταν ποιμενικός θεός, προστάτης των δασών, των κοπαδιών και των βοσκών) και δε χρησιμοποιούνταν ποτέ για καλλιτεχνικούς σκοπούς· πρβ. Ομ. Ιλ. Σ 526: "νομήες τερπόμενοι σύριγξι" (βοσκοί τερπόμενοι με τις σύριγγες).
Στην περίπτωση ισομεγεθών καλαμιών, συνήθιζαν να γεμίζουν ένα τμήμα κάθε σωλήνα με κερί, μικραίνοντας έτσι βαθμιαία την αέρινη στήλη που παλλόταν.
Κατά τον Διόδωρο Σικελιώτη (Γ', 58, 2), η Κυβέλη εφεύρε την πολυκάλαμη σύριγγα: "πολυκάλαμον σύριγγα πρώτην [Κυβέλην] επινοήσαι". Ο $Πολυδεύκης* (IV, 77), όμως, λέει πως είχε κελτική προέλευση: "η δε εκ καλάμων σύριγξ Κελτοίς προσήκει και τοις εν ωκεανώ νησιώταις" (η πολυκάλαμη σύριγγα αρμόζει στους Κέλτες και σε όσους κατοικούν στα νησιά του ωκεανού).
Σύμφωνα με το μύθο, ο Πάνας αγάπησε μια νύμφη από την Αρκαδία, την κόρη του ποταμού Λάδωνα Σύριγγα. Η νύμφη τρομαγμένη από την καταδίωξη του θεού ικέτευσε τον Δία να τη σώσει. Έτσι, τη στιγμή που ο Πάνας την έπιασε, εκείνη μεταμορφώθηκε σε καλαμιά· τρελός από θυμό και απογοήτευση ο Πάνας έσπασε την καλαμιά σε κομμάτια. Γρήγορα, όμως, κατάλαβε πως έκοβε το σώμα της νύμφης, και μετανιωμένος άρχισε να κλαίει και να φιλά τα κομμάτια της καλαμιάς. Ακούγοντας τους ήχους που έβγαιναν, καθώς φυσούσε κλαίοντας, οδηγήθηκε στην κατασκευή της σύριγγας.
Ο επικός ποιητής Ευφορίων (Αθήν. Δ', 184Α, 82), στο βιβλίο του Περί μελοποιϊών (ή μελοποιών) λέει πως ο Ερμής επινόησε τη μονοκάλαμη σύριγγα, ο Σειληνός την πολυκάλαμη και την κηρόδετη ο $Μαρσύας*: "την μεν μονοκάλαμον σύριγγα Ερμήν ευρεΐν, την δε πολυκάλαμον Σειληνόν, Μαρσύαν δε την κηρόδετον". Άλλοι αποδίδουν την εφεύρεση της μονοκάλαμης σύριγγας στον Σεύθη και τον Ρωνάκη, από τη θρακική φυλή των Μαιδών.
Γενικά, μπορεί να λεχθεί πως η πολυκάλαμη σύριγγα υπήρξε ο κυριότερος πρόδρομος της $ύδραυλης*ύδραυλις|.
Η σύριγγα συνδεόταν, επίσης, με τη μαγεία· ο $Πλούταρχος* (Πότερα των ζώων φρονιμότερα... 961Ε, 3) αναφέρει: "κηλούνται μεν γαρ έλαφοι και ίπποι σύριγξι και αυλοίς" (τα ελάφια και τα άλογα μαγεύονται [γοητεύονται] με τις σύριγγες και τους αυλούς). Στο εδάφιο αυτό η λέξη κηλούμαι θα μπορούσε να έχει απλώς τη σημασία του θέλγομαι.
Σύριγξ λεγόταν και το επιστόμιο του αυλού με μονή γλωσσίδα (πρβ. Κ. Schlesinger The Greek Aulos 54). Κατά τη θεωρία του Α. Α. Howard (βλ. Macran Αριστόξενος 243), η σύριγξ ήταν μια οπή κοντά στο επιστόμιο του αυλού, που βοηθούσε, όπως και στο κλαρινέτο, στην παραγωγή των αρμονικών (βλ. Αριστόξ. Αρμ. Ι, 21, 1 Mb, και Πλούτ. Ότι ουδ' ηδέως ζην εστιν κατ' Επίκουρον 1096Α και Περί μουσ. 1138Α).
Η λέξη σύριγξ χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του σφυρίγματος (LSJ).
Για την έκφραση "κατασπάν" και "ανασπάν την σύριγγα" βλ. Macran $Αριστόξενος* 243-244 και Κ. Schlesinger, 54 κε.· επίσης, Weil και Reinach Plut. De la Mus. 82-83, σημ. 196.
Βιβλιογραφία:
Th. Reinach, "Syrinx" DAGR VIII (1908), .σσ. 1596-1600.
H. Abert, "Syrinx", Pauly RE 2η Σειρά, IV, στήλ. 1779.
Κ. Sachs, "Pan-pipes" Hist. (1940), σσ. 142-143.
M. Wegner, Das Musikleben der Griechen (1949), σσ. 58-60. , σύριγγα του Πάνα· φλογέρα του βοσκού. Ο ήχος παράγεται από φύσημα κατευθείαν μέσα στην οπή, που έχει ανοιχτεί στο επάνω άκρο, χωρίς την παρεμβολή γλωσσίδας. Συρίζω (και συρίττω) σήμαινε παίζω τη σύριγγα· επίσης, παράγω έναν συρίζοντα ήχο. Το όνομα της σύριγγας εμφανίζεται στην Ιλιάδα και στον Ύμνο στον Ερμή 512- Ίλ. Κ 13: "αυλών συριγγών τ' ένοπήν" ([ο Αγαμέμνονας, κοιτάζοντας προς το στρατόπεδο των Τρώων, θαύμαζε τις πολλές φωτιές που έκαιαν μπροστά στο Ίλιο] και τον ήχο των αυλών και των συριγγών). Βλ. επίσης Σ 526. Γενικά, μπορεί να ειπωθεί πως ο όρος σύριγγα (σύριγξ) χρησιμοποιούνταν συχνά για όλα τα πνευστά όργανα χωρίς γλωσσίδα, ενώ για εκείνα που είχαν γλωσσίδα (απλή ή διπλή) χρησιμοποιούνταν ο όρος αυλός. Υπήρχαν βασικά δύο είδη σύριγγας: η μονοκάλαμος και η πολυκάλαμος· Αγιοπ. (Vincent Notices 263): "Σύριγγος είδη δύο· το μεν εστι μονοκάλαμον, το δε πολυκάλαμον, ό φασιν εύρημα Πανός". Και στις δύο περιπτώσεις, η σύριγγα κατασκευαζόταν από καλάμι. Ο τόνος της μονοκάλαμης ήταν ελαφρός, γλυκός και λιγάκι συριστικός· η έκτασή της ήταν περιορισμένη στην υψηλή περιοχή, σε αντίθεση με τον αυλό, που συχνά επονομαζόταν βαρύφθογγος (βαρύτονος). Το όργανο ήταν κατακόρυφο (ίσιο) και είχε λίγες οπές. Η πολυκάλαμη ήταν η γνωστή σύριγξ του Πανός ή σύριγγες του Πανός. Τα καλάμια (σωλήνες) ήταν συνήθως επτά, με διαφορετικό μέγεθος· σχημάτιζαν, όμως, μια οριζόντια γραμμή στο επάνω άκρο, χωρίς οπές, και ήταν συνδεδεμένα με κερί. Πολυδ. (IV, 69): "στη σύριγγα ο ήχος παράγεται με φύσημα· είναι ένα σύνολο από καλάμια (σωλήνες) δεμένα με λινάρι και κερί... πολλά καλάμια με βαθμιαία σμικρυνόμενο μέγεθος". Ο Πολυδεύκης μιλεί και για μια πεντασύριγγα (VIII, 72), ενώ ο Αγιοπολίτης για δεκακάλαμη (σ. 260). Η σύριγγα του Πάνα ήταν όργανο ποιμενικό (ο Πάνας ήταν ποιμενικός θεός, προστάτης των δασών, των κοπαδιών και των βοσκών) και δε χρησιμοποιούνταν ποτέ για καλλιτεχνικούς σκοπούς· πρβ. Ομ. Ιλ. Σ 526: "νομήες τερπόμενοι σύριγξι" (βοσκοί τερπόμενοι με τις σύριγγες). Στην περίπτωση ισομεγεθών καλαμιών, συνήθιζαν να γεμίζουν ένα τμήμα κάθε σωλήνα με κερί, μικραίνοντας έτσι βαθμιαία την αέρινη στήλη που παλλόταν. Κατά τον Διόδωρο Σικελιώτη (Γ', 58, 2), η Κυβέλη εφεύρε την πολυκάλαμη σύριγγα: "πολυκάλαμον σύριγγα πρώτην [Κυβέλην] επινοήσαι". Ο Πολυδεύκης (IV, 77), όμως, λέει πως είχε κελτική προέλευση: "η δε εκ καλάμων σύριγξ Κελτοίς προσήκει και τοις εν ωκεανώ νησιώταις" (η πολυκάλαμη σύριγγα αρμόζει στους Κέλτες και σε όσους κατοικούν στα νησιά του ωκεανού).
Σύμφωνα με το μύθο, ο Πάνας αγάπησε μια νύμφη από την Αρκαδία, την κόρη του ποταμού Λάδωνα Σύριγγα. Η νύμφη τρομαγμένη από την καταδίωξη του θεού ικέτευσε τον Δία να τη σώσει. Έτσι, τη στιγμή που ο Πάνας την έπιασε, εκείνη μεταμορφώθηκε σε καλαμιά· τρελός από θυμό και απογοήτευση ο Πάνας έσπασε την καλαμιά σε κομμάτια. Γρήγορα, όμως, κατάλαβε πως έκοβε το σώμα της νύμφης, και μετανιωμένος άρχισε να κλαίει και να φιλά τα κομμάτια της καλαμιάς. Ακούγοντας τους ήχους που έβγαιναν, καθώς φυσούσε κλαίοντας, οδηγήθηκε στην κατασκευή της σύριγγας. Ο επικός ποιητής Ευφορίων (Αθήν. Δ', 184Α, 82), στο βιβλίο του Περί μελοποιϊών (ή μελοποιών) λέει πως ο Ερμής επινόησε τη μονοκάλαμη σύριγγα, ο Σειληνός την πολυκάλαμη και την κηρόδετη ο Μαρσύας: "την μεν μονοκάλαμον σύριγγα Ερμήν ευρεΐν, την δε πολυκάλαμον Σειληνόν, Μαρσύαν δε την κηρόδετον". Άλλοι αποδίδουν την εφεύρεση της μονοκάλαμης σύριγγας στον Σεύθη και τον Ρωνάκη, από τη θρακική φυλή των Μαιδών. Γενικά, μπορεί να λεχθεί πως η πολυκάλαμη σύριγγα υπήρξε ο κυριότερος πρόδρομος της ύδραυλης. Η σύριγγα συνδεόταν, επίσης, με τη μαγεία· ο Πλούταρχος (Πότερα των ζώων φρονιμότερα... 961Ε, 3) αναφέρει: "κηλούνται μεν γαρ έλαφοι και ίπποι σύριγξι και αυλοίς" (τα ελάφια και τα άλογα μαγεύονται [γοητεύονται] με τις σύριγγες και τους αυλούς). Στο εδάφιο αυτό η λέξη κηλούμαι θα μπορούσε να έχει απλώς τη σημασία του θέλγομαι.
Σύριγξ λεγόταν και το επιστόμιο του αυλού με μονή γλωσσίδα (πρβ. Κ. Schlesinger The Greek Aulos 54). Κατά τη θεωρία του Α. Α. Howard (βλ. Macran Αριστόξενος 243), η σύριγξ ήταν μια οπή κοντά στο επιστόμιο του αυλού, που βοηθούσε, όπως και στο κλαρινέτο, στην παραγωγή των αρμονικών (βλ. Αριστόξ. Αρμ. Ι, 21, 1 Mb, και Πλούτ. Ότι ουδ' ηδέως ζην εστιν κατ' Επίκουρον 1096Α και Περί μουσ. 1138Α).
Η λέξη σύριγξ χρησιμοποιούνταν και με τη σημασία του σφυρίγματος (LSJ).
Για την έκφραση "κατασπάν" και "ανασπάν την σύριγγα" βλ. Macran Αριστόξενος 243-244 και Κ. Schlesinger, 54 κε.· επίσης, Weil και Reinach Plut. De la Mus. 82-83, σημ. 196.
Βιβλιογραφία:
Th. Reinach, "Syrinx" DAGR VIII (1908), .σσ. 1596-1600. H. Abert, "Syrinx", Pauly RE 2η Σειρά, IV, στήλ. 1779. Κ. Sachs, "Pan-pipes" Hist. (1940), σσ. 142-143. M. Wegner, Das Musikleben der Griechen (1949), σσ. 58-60.
|
|