Skip to main content.

GREEK MUSIC THESAURUS

γίγγρος

αρχαίος σκοπός που παιζόταν στον αυλό και έδινε το όνομά του στο χορό που συνόδευε (βλ. και γίγγρας). Κατά τον Πολυδεύκη (Δ', 102):"ην δ`ε κα`ι γίγγρος πρ`ος α[υλ`ον {ορχημα, [επώνυμον το~υ α[υλήματος".

,





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Entry: