Skip to main content.

GREEK MUSIC THESAURUS

αγέχορος

επίσης ηγέχορος· ο αρχηγός του χορού. Πρβ. Αριστοφ. Λυσιστρ. 1281. Οι λέξεις αγησίχορος και ηγησίχορος έχουν την ίδια σημασία. Βλ. Δημ., λ. αγέχορος, αγησίχορος· επίσης λ. $χορηγός*. Πρβ. Θησ. Ελλ. Γλ. Ι1, στήλη 286. Σημείωση: Ο όρος αγέχορος αμφισβητείται από μερικούς μελετητές.

, επίσης ηγέχορος· ο αρχηγός του χορού. Πρβ. Αριστοφ. Λυσιστρ. 1281. Οι λέξεις αγησίχορος και ηγησίχορος έχουν την ίδια σημασία. Βλ. Δημ., λ. αγέχορος, αγησίχορος· επίσης λ. χορηγός. Πρβ. Θησ. Ελλ. Γλ. Ι1, στήλη 286.
Σημείωση: Ο όρος αγέχορος αμφισβητείται από μερικούς μελετητές.

Βλ. χορός



Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Entry: