Skip to main content.

GREEK MUSIC THESAURUS

μέτρον

(α) Κατά τον $Αριστείδη*Αριστείδης| (Περί μουσ. Mb 49) μέτρον είναι ένα σύστημα $ποδών*πους| συνθεμένο από ανόμοιες συλλαβές σε συμμετρικό μήκος. Διαφέρει από το ρυθμό ως μέρος (ή συστατικά μέρη) προς σύνολο. Παράγει τη λέξη από το ρήμα μείρω, που σημαίνει διαιρώ, και αναγνωρίζει εννιά μέτρα ως απλά: το δακτυλικό, το αναπαιστικό, το ιαμβικό, το τροχαϊκό, το χοριαμβικό, το αντισπαστικό, δύο ιωνικά και το παιονικό (βλ. λ. $πους*). Τα μέτρα που έχουν τον τελευταίο τους πόδα πλήρη ονομάζονται ακατάληκτα ή ολόκληρα· εκείνα των οποίων ο τελευταίος πόδας είναι ασυμπλήρωτος (δεν είναι πλήρης) ονομάζονται καταληκτικά. Στη δεύτερη περίπτωση η συλλαβή που λείπει αντικαθίσταται από ένα $λείμμα* (Λ· βλ. λ. και $παρασημαντική*). (β) Τον όρο μέτρον συναντούμε και με τη σημασία του ποσού, μέτρου των διαστημάτων, παρμένου ως μιας μονάδας. Ο Αριστόξενος γράφει (Αρμον. Στοιχ. ΙΙ, 50, 31 Mb): "το δε λοιπόν [του πυκνού] δύο μέτροις μετρείται" (το υπόλοιπο [το συμπλήρωμα του πυκνού] μετριέται με δύο ποσά [δύο μέτρα]). (γ) Στην $ορχηστική*όρχησις| κάθε βήμα λεγόταν μέτρο, μια κίνηση του χορευτή, που γίνεται σύμφωνα με το ρυθμό της μουσικής. Βιβλιογραφία: R. Westphal, Scriptores Metrici Graeci, τόμ. Ι, Λιψία 1966· Ηφαιστίωνος, Εγχειρίδιον περί μέτρων, σσ. 3-77· Λογγίνου του Φιλοσόφου, Προλεγόμενα εις το του Ηφαιστίωνος Εγχειρίδιον, σσ. 81-94 και Schol. σσ. 95-226. Wilamowitz-Mollendorf, Griechische Verkunst, Βερολίνο 1921. W. Ι. W. Koster, Traite de metrique grecque, 3η έκδ., Leyden 1962 Paul Maas, Greek Metre, μτφρ. Hugh Lloyd-Jones, Οξφόρδη 1962. Amy M. Dale, The Lyric Metres of Greek Drama 2, Cambridge 1968.

, (α) Κατά τον Αριστείδη (Περί μουσ. Mb 49) μέτρον είναι ένα σύστημα ποδών συνθεμένο από ανόμοιες συλλαβές σε συμμετρικό μήκος. Διαφέρει από το ρυθμό ως μέρος (ή συστατικά μέρη) προς σύνολο. Παράγει τη λέξη από το ρήμα μείρω, που σημαίνει διαιρώ, και αναγνωρίζει εννιά μέτρα ως απλά: το δακτυλικό, το αναπαιστικό, το ιαμβικό, το τροχαϊκό, το χοριαμβικό, το αντισπαστικό, δύο ιωνικά και το παιονικό (βλ. λ. πους).
Τα μέτρα που έχουν τον τελευταίο τους πόδα πλήρη ονομάζονται ακατάληκτα ή ολόκληρα· εκείνα των οποίων ο τελευταίος πόδας είναι ασυμπλήρωτος (δεν είναι πλήρης) ονομάζονται καταληκτικά. Στη δεύτερη περίπτωση η συλλαβή που λείπει αντικαθίσταται από ένα λείμμα (Λ· βλ. λ. και παρασημαντική).
(β) Τον όρο μέτρον συναντούμε και με τη σημασία του ποσού, μέτρου των διαστημάτων, παρμένου ως μιας μονάδας. Ο Αριστόξενος γράφει (Αρμον. Στοιχ. ΙΙ, 50, 31 Mb): "το δε λοιπόν [του πυκνού] δύο μέτροις μετρείται" (το υπόλοιπο [το συμπλήρωμα του πυκνού] μετριέται με δύο ποσά [δύο μέτρα]).
(γ) Στην ορχηστική κάθε βήμα λεγόταν μέτρο, μια κίνηση του χορευτή, που γίνεται σύμφωνα με το ρυθμό της μουσικής.

Βιβλιογραφία:
R. Westphal, Scriptores Metrici Graeci, τόμ. Ι, Λιψία 1966· Ηφαιστίωνος, Εγχειρίδιον περί μέτρων, σσ. 3-77· Λογγίνου του Φιλοσόφου, Προλεγόμενα εις το του Ηφαιστίωνος Εγχειρίδιον, σσ. 81-94 και Schol. σσ. 95-226.
Wilamowitz-Mollendorf, Griechische Verkunst, Βερολίνο 1921.
W. Ι. W. Koster, Traite de metrique grecque, 3η έκδ., Leyden 1962
Paul Maas, Greek Metre, μτφρ. Hugh Lloyd-Jones, Οξφόρδη 1962.
Amy M. Dale, The Lyric Metres of Greek Drama 2, Cambridge 1968.





Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Entry: