ολοφυρμός ισχυρός θρήνος· επίσης, ένα τραγούδι που τραγουδιόταν σε περιπτώσεις μεγάλης θλίψης και θανάτου· ένα μοιρολόι.
Αθήν. (ΙΔ', 619Β, 10): "η δε επί τοις θανάτοις και λύπαις ωδή ολοφυρμός" (και το τραγούδι που τραγουδιόταν σε θανάτους και λύπες [ονομαζόταν] ολοφυρμός).
, ισχυρός θρήνος· επίσης, ένα τραγούδι που τραγουδιόταν σε περιπτώσεις μεγάλης θλίψης και θανάτου· ένα μοιρολόι. Αθήν. (ΙΔ', 619Β, 10): "η δε επί τοις θανάτοις και λύπαις ωδή ολοφυρμός" (και το τραγούδι που τραγουδιόταν σε θανάτους και λύπες [ονομαζόταν] ολοφυρμός).
|
|